Ὀρθρίσωμεν ὄρθρου βαθέος καί ἀντί μύρου τόν ὕμνον
προσοίσωμεν τῷ Δεσπότῃ καί Χριστόν ὀψόμεθα
δικαιοσύνης ἥλιον, πᾶσι ζωήν ἀνατέλλοντα.
Ας ξυπνήσουμε πολύ πρωί και αντί για μύρα, ας
προσφέρουμε τον ύμνο στον Δεσπότη Χριστό, και ας
αντικρύσουμε τον ήλιο της δικαιοσύνης,
Σήμερα, με το «Χριστός ἀνέστη», αρχίζουμε το
κήρυγμά για τους ύμνους της Εκκλησίας, με το
τροπάριο του αναστάσιμου Κανόνα. Αντί για τα μύρα των μυροφόρων γυναικών ο ιερός ποιητής μας καλεί
να προσφέρουμε στον αναστάντα Χριστό τον αναστάσιμο
ύμνο. Ένας ξένος είπε πώς η λατρεία της ορθόδοξης
Εκκλησίας είναι «ένας αδιάκοπος ύμνος ενώπιον του
αναστάντος Χριστού». Θα πούμε λοιπόν σήμερα για
τους ύμνους ή αλλιώς για την ψαλμωδία της Εκκλησίας.
Το θέμα είναι πολύ μεγάλο και πολύ δύσκολο, κι εμείς
βέβαια δεν πρόκειται να το εξαντλήσουμε. Θα πούμε
μόνο τόσα, όσα για να σχηματίσουμε μια ορθή γνώμη για
την ορθόδοξη εκκλησιαστική ψαλμωδία.
Ο μεγάλος Απόστολος στις επιστολές του γράφει για ψαλμούς και ύμνους, που πρέπει να ψάλλουν οι
πιστοί στον Κύριο. Και η Εκκλησία σ̉ έναν Εσπερινό το
Σάββατο βράδυ ακούμε να ψάλλει· «Ψαλμοῖς καί ὕμνοις
δοξολογοῦμεν Χριστέ τήν ἐκ νεκρῶν σου ἀνάστασιν».
Όλες οι ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας είναι μια σειρά
από αγιογραφικά αναγνώσματα, από ιερατικές ευχές και
από ψαλμούς και ύμνους. Ψαλμοί είναι τα ιερά άσματα,
που πήρε η Εκκλησία από την Παλαιά Διαθήκη και
που μέχρι σήμερα είναι ένα μέρος από το Υμνολόγιο
της θείας λατρείας. Ύμνοι είναι τα νέα ιερά άσματα της
Εκκλησίας, καθώς τα πιο αρχαία απ̉ αυτά τα βλέπουμε
στην Καινή Διαθήκη και μάλιστα στις επιστολές του
αποστόλου Παύλου. Για παράδειγμα, το «Εὐλογητός ο
Θεός…» και άλλα, που εμείς τα ψάλλουμε στην θεία
Λειτουργία, είναι από τους ύμνους της αποστολικής
Εκκλησίας, που σώθηκαν μέσα στα βιβλία της Καινής
Διαθήκης. Αργότερα η ποίηση και η μουσική, ή με
μια λέξη η Υμνογραφία, πήρε μεγάλη ανάπτυξη στην
Εκκλησία, ώστε σήμερα να είναι ένας από τους πιο
πολύτιμους θησαυρούς του πολιτισμένου κόσμου. Η
ψαλμωδία, όπως λέγεται η εκκλησιαστική μουσική, είναι
η καλύτερη γλώσσα της θεολογίας και του κηρύγματος,
γιατί όσα δεν μπορούμε να πούμε πολλές φορές με τον
λόγο, λογισμούς και αισθήματα, τα εκφράζομε καλύτερα
με την ψαλμωδία. Στους ιερούς ύμνους η Εκκλησία
συνοδεύει τον λόγο και τον τονίζει με την μουσική· κι
αυτό είναι βασικό, γιατί θα πει ότι πάντα την πρώτη
θέση στην θεία λατρεία έχει ο λόγος κι ύστερα η μουσική.
Σε μια του επιστολή ο Μέγας Βασίλειος γράφει· «Τό γάρ ἱλαρόν καί ἄλυπον τῆς ψυχῆς κατάστημα αἱ
τῶν ὕμνων παρηγορίαι χαρίζονται»· θέλει να πει ότι
η ψαλμωδία δημιουργεί στην ψυχή μια ευχάριστη και
ήμερη κατάσταση. Ο ίδιος άγιος Πατέρας της Εκκλησίας,
όταν ερμηνεύει τον πρώτο ψαλμό, λέει ότι το Άγιο
Πνεύμα «τό ἐκ τῆς μελωδίας τερπνόν τοῖς δόγμασιν
ἐγκατέμιξεν»· ανακάτεψε μέσα στις εντολές του Θεού
την μουσική μελωδία, που είναι μία ευχαρίστηση στην
ακοή και μια απόλαυση στην ψυχή. Έτσι, χωρίς να το
καταλάβουμε, δεχόμαστε την ωφέλεια του θείου λόγου.
Η ψαλμωδία δηλαδή στην Εκκλησία είναι κήρυγμα και
διδασκαλία. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος σ̉ ένα του
λόγο προτρέπει τους χριστιανούς με αυτά τα λόγια· «…
μίαν ἀναλαβόντες φωνήν, ἐνί συναρμοσθέντες πνεύματι,
τήν ἐπινίκιον ᾄδωμεν ἐκείνην φωνήν»· με μια φωνή, και
εναρμονισμένοι στην ενότητα του Αγίου Πνεύματος, ας
ψάλλουμε τον επινίκιο ύμνο, που έψαλλαν οι Ισραηλίτες,
όταν πέρασαν την ερυθρά θάλασσα. Και ο άγιος Ιωάννης
ο Χρυσόστομος σε μία του ομιλία λέει, για να δείξει το
καλό που γίνεται από την ψαλμωδία· «γίνεται δέ καί ὁ
ἀήρ ἅγιος ἀπό τῆς ψαλμωδίας».
Δεν μπορούμε βέβαια να αναφέρουμε όλα όσα διδάσκουν οι Ιεροί Πατέρες για την ψαλμωδία, γιατί
εκείνο που κυρίως μας ενδιαφέρει δεν είναι αυτό, αλλά
το πως πρέπει να ψάλλουμε στην Εκκλησία. Αυτό
θα εξετάσουμε τώρα όσο μπορούμε πιο σύντομα. Με
όσα είπαμε παραπάνω αφήσαμε να εννοηθεί πώς η
μουσική στην Εκκλησία δεν είναι σκοπός, αλλά μέσον
ένα παιδαγωγικό μέσον, που εξυπηρετεί τον σκοπό
της θείας λατρείας. Στην εκκλησιαστική σύναξη δεν
ψάλλουμε, για να νιώσουμε μέσα μας αυτό που λέγεται
καλλιτεχνική συγκίνηση, αλλά για να ζήσουμε την ιερή
κατάνυξη, που γεννά στην ψυχή μας η αίσθηση από το
ένα μέρος της παρουσίας του Θεού κι από το άλλο της
ανθρώπινης αθλιότητάς μας. Αυτά τα δύο μας δίνουν να
καταλάβουμε πώς πρέπει να ψάλλουμε στην Εκκλησία.
Η ορθόδοξη λατρεία κι από την άποψη αυτή είναι λογική, κυριαρχεί δηλαδή σ̉ αυτήν ο λόγος και σαν ευχή
και σαν ψαλμωδία. Μια ψαλμωδία, που μας κάνει να
προσέξουμε περισσότερο την μουσική παρά τον λόγο,
δεν είναι καλή για την θεία λατρεία. Ο λόγος και η
μουσική είναι έτσι σφιχτά δεμένα, που και τα δυο μαζί
αποτελούν ενιαίο άκουσμα· όχι μια μουσική που μας
ευχαριστεί την ακοή, αλλά ένας μουσικά τονισμένος
λόγος που μας διδάσκει.
Αυτός είναι ο λόγος, που στην ορθόδοξη Εκκλησία ποτέ δεν χρησιμοποιήθηκαν μουσικά όργανα. Τα μουσικά
όργανα στην θεία λατρεία μας βγάζουν από τον χώρο
της προσευχής και μας πηγαίνουν αλλού, που εκεί πια
δεν προσευχόμαστε με κατάνυξη, αλλά χαιρόμαστε ένα
ωραίο και καλλιτεχνικό άκουσμα. Αυτό μπορεί να λέγεται
θρησκευτική μουσική, αλλά δεν είναι εκκλησιαστική
ψαλμωδία. Αυτή η ψαλμωδία στην Εκκλησία μας είναι
και λέγεται «βυζαντι¬νή», μας έρχεται δηλαδή από το
Βυζάντιο και είναι όχι μόνο εκκλησιαστική μας παράδοση,
αλλά και εθνική κληρονομιά. Αυτό το δεύτερο μας
ενδιαφέρει πολύ, γιατί αυτή η μουσική μιλάει μέσα στην
ψυχή του ορθόδοξου λαού μας· είναι η ίδια η μουσική των
δημοτικών μας τραγουδιών. Το δυστύχημα είναι ότι το
ραδιόφωνο και η τηλεόραση έφθειραν την ακοή μας και
δεν καταλαβαίνουμε πια την ομορφιά και την μουσική
ευγένεια ενός ύμνου της Εκκλησίας ή ενός δημοτικού
μας τραγουδιού. Και το ακόμα χειρότερο είναι ότι τους
νέους δεν τους τραβάει πια το ψαλτήρι, γι̉ αυτό και
δύσκολα μπορούμε να έχουμε αναγνώστες και ψάλτες
όχι μόνο στα χωριά, αλλά και στις πόλεις.
Το ζήτημα της μουσικής των ύμνων της Εκκλησίας, για το οποίο προσπαθήσαμε να πούμε σήμερα, είναι
από τα σπουδαιότερα της θείας λατρείας. Πρέπει
να ομολογήσουμε πως αυτό δεν το προσέχουμε όσο
πρέπει, γι̉ αυτό και κινδυνεύουμε να μείνουμε στην
Εκκλησία χωρίς ιερή μουσική. Οι περισσότεροι δεν
έχουμε ορθή γνώμη γι̉ αυτό το πράγμα, εξ αιτίας που
δεν ξέρουμε την ψαλτική παράδοση της Εκκλησίας
και δεν προσέχουμε στον χαρακτήρα της ορθόδοξης
λατρείας. Στην λειτουργική μας σύναξη δεν ψάλλουμε
για να διασκεδάσουμε, αλλά για να προσευχηθούμε.
Ακόμα περισσότερο, μπαίνουμε στην θεία Λειτουργία
και με την ψαλμωδία είναι σαν και να ρυθμίζουμε
τους βηματισμούς και την πορεία της προσευχής για
να φτάσουμε στο υπέρτατο σημείο της ιερουργίας κι
ύστερα με πίστη και πόθο για να προσέλθουμε «ίνα
μέτοχοι ζωής αἰωνίου γενώμεθα». Εκεί είναι το τέρμα, κι
αν δεν φτάσουμε εκεί, λίγο αξίζουν και οι ύμνοι και η
μουσική. Αλλά ας κλείσουμε την ομιλία για τους ύμνους
της Εκκλησίας με το τροπάριο πάλι του αναστάσιμου
Κανόνα· «Ὀρθρίσωμεν ὄρθρου βαθέος καί ἀντί μύρου τόν
ὕμνον προσοίσωμεν τῷ Δεσπότῃ καί Χριστόν ὀψόμεθα
δικαιοσύνης ἥλιον πᾶσι ζωήν ἀνατέλλοντα». Αμήν.
† Σ & Κ Δ