Ιερά Μητρόπολις Θεσσαλονίκης

Θεσσαλονίκη

Δελφών & Μιαούλη, 546 42

2310 828989

Τηλέφωνο Ιερού Ναού

Διδαχή – Κυριακή Του Παραλύτου

Σχόλιο στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ιω  5, 1-15

 

Η περικοπή

Εκείνο τον καιρό, ανέβηκε ο Ιησούς στα Ιεροσόλυμα. Κοντά στην προβατική πύλη, στα Ιεροσόλυμα, υπάρχει μια δεξαμενή με πέντε στοές,  που εβραϊκά ονομάζεται Βηθεσδά. Σ’ αυτές τις στοές κάθονταν πολλοί άρρωστοι, τυφλοί, κουτσοί, παράλυτοι, που περίμεναν να αναταραχθεί το νερό∙ γιατί από καιρό σε καιρό, ένας άγγελος Κυρίου κατέβαινε στη δεξαμενή κι ανατάραζε τα νερά∙ όποιος, λοιπόν, έμπαινε πρώτος μετά την αναταραχή του νερού, αυτός γινόταν καλά, όποια κι αν ήταν η αρρώστια που τον ταλαιπωρούσε. Εκεί ήταν κι ένας άνθρωπος, άρρωστος τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια. Όταν τον είδε ο Ιησούς κατάκοιτο, τον ρώτησε: «Θέλεις να γίνεις καλά;» Ήξερε πως ήταν έτσι για πολύν καιρό. «Κύριε», του αποκρίθηκε ο άρρωστος, «δεν έχω κανένα να με βάλλει στη δεξαμενή  μόλις αναταραχθούν τα νερά∙  έτσι, ενώ εγώ προσπαθώ να πλησιάσω μόνος μου, πάντοτε κάποιος άλλος κατεβαίνει στο νερό πριν από μένα». Ο Ιησούς του λέει: «Σήκω πάνω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Κι αμέσως ο άνθρωπος έγινε καλά, σήκωσε το κρεβάτι του και περπατούσε. Η μέρα που έγινε αυτό ήταν Σάββατο. Έλεγαν, λοιπόν, οι Ιουδαίοι άρχοντες στον θεραπευμένο: «Είναι Σάββατο, και δεν επιτρέπεται να σηκώνεις το κρεβάτι σου». Αυτός όμως τους απάντησε: «Εκείνος που μ’ έκανε καλά, εκείνος μου είπε πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα». Τον ρώτησαν: «Ποιος είναι ο άνθρωπος που σου είπε πάρε το και περπάτα;»  Ο θεραπευμένος όμως δεν ήξερε να πει ποιος ήταν. Επειδή ο Ιησούς είχε φύγει απαρατήρητος εξαιτίας του πλήθους που ήταν μαζεμένο εκεί.  Αργότερα ο Ιησούς τον βρήκε στον ναό και του είπε: «Βλέπεις, έχεις γίνει καλά∙ από δω και πέρα μην αμαρτάνεις, για να μην πάθεις τίποτα χειρότερο». Ο άνθρωπος έφυγε αμέσως κι ανάγγειλε στους Ιουδαίους άρχοντες ότι ο Ιησούς ήταν αυτός που τον γιάτρεψε.

Προσέγγιση της Περικοπής

Το περιστατικό προϋποθέτει μια αύξουσα εχθρότητα των Ιουδαίων έναντι του Ιησού. Αυτή η εχθρότητα άρχισε, όπως την εκθέτει ο ευαγγελιστής Ιωάννης, με τον καθαρισμό του Ναού των Ιεροσολύμων, προχώρησε με το γεγονός ότι ο Χριστός ολοένα αυξάνει τους μαθητές του και κλιμακώνεται με το παρόν θαύμα του Ιησού. Έτσι, με αυτή την εχθρότητα ως φόντο, καταλαβαίνουμε το διάλογο θεραπευμένου και αρχόντων. Ο διάλογος αυτός, εκφράζει ένα ανομολόγητο αυξανόμενο μίσος των αρχόντων κατά του Ιησού.

α) Πέραν αυτού, πρώτο σημείο που πρέπει να υπογραμμίσουμε είναι η πληροφορία του κειμένου ότι τα νερά της δεξαμενής θεράπευαν από καιρό σε καιρό τους ασθενείς, με το που ταράσσονταν από άγγελο του Θεού. Είναι η θεραπευτική ιδιότητα που αποκτούσε το νερό, όσες φορές το ήθελε ο Θεός. Η ύλη δηλαδή υπηρετεί τον άνθρωπο, ολόκληρο. Του παρέχει όχι μόνο την επίλυση καθημερινών αναγκών καθαρισμού και πόσης αλλά και μείζονες ανάγκες, όπως περιπτώσεις υγείας. Γίνεται, με άλλα λόγια, η ύλη αγωγός θεϊκής δύναμης. Δεν είναι, λοιπόν, ο άνθρωπος υπηρέτης της ύλης, αλλά η ύλη διάκονος του ανθρώπου. Με άλλα λόγια, ο κόσμος, το σύμπαν ολόκληρο και ο χρόνος έγιναν για τον άνθρωπο και όχι το αντίθετο. Αυτό που λέμε τώρα φαίνεται πολύ απλό. Θα μας δοθεί όμως ευκαιρία, άλλη φορά, να μιλήσουμε για την λεγόμενη  «ανθρωπική θεωρία», τη σπουδαία αυτή θεωρία, που βρίσκεται πίσω από τα απλά αυτά λόγια μας.

Με την ευκαιρία να πούμε και το εξής: Το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, εμφανίζει συχνά τον Χριστό να κάνει εκτενή λόγο για το νερό ή να σχετίζεται με αυτό: Στο θαύμα της Κανά, μετατρέπει το νερό σε καλής ποιότητας κρασί. Στη συζήτηση με τον Νικόδημο το προβάλλει ως το ξεκίνημα της νέας, πνευματικής ζωής. Στην Σαμαρείτιδα μιλάει για το νερό που δίνει αυτός, που δεν διψάς ποτέ. Εδώ με την παρέμβαση αγγέλου, θεραπεύει ασθενείς κ.ο.κ. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης δηλαδή προβάλλει το νερό ως «ὕδωρ ζωῆς», « ὕδωρ ἀθανασίας», «πηγή ἀείζωος». Τέτοιο που γίνεται το νερό στο μυστήριο της Βάπτισης. Ο Ιωάννης, με άλλα λόγια, διδάσκει και στηρίζει το μυστήριο του Βαπτίσματος.

β) Άλλο σημείο άξιο υπογράμμισης είναι το παράπονο του παραλυτικού στον Χριστό: «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Ο παραλυτικός, που διατυπώνει το παράπονο, είναι σαν να εκπέμπει κραυγή αγωνίας.   Πλήθος  τον περιέβαλλε, επί τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια, κι όμως αυτός διαμαρτύρεται για ανυπαρξία ανθρώπου, που θα στεκόταν δίπλα του αρωγός στις ανάγκες του. Θα τον βοηθούσε να ξεπεράσει την αναπηρία του. Ουσιαστικά ο παράλυτος αυτός διαμαρτύρεται με λεπτότητα στον Ιησού για τη μοναξιά του. Όταν ταράσσονταν, από τον άγγελο τα νερά, όλοι σπρώχνονταν, ξεχνώντας ο ένας τον άλλο, να πέσει ο καθένας πρώτος στα νερά της δεξαμενής. Από την άποψη αυτή η εν λόγω κολυμβήθρα Βηθεσδά είναι μια εικόνα και της κοινωνίας του σήμερα, που συχνά αδιαφορεί για το λόγο του Χριστού.

Είναι όντως φοβερό να περιβάλλεσαι, σαν τον παράλυτο, από πληθώρα ανθρώπων, αλλά να μη υπάρχει ένας άνθρωπος που νιώθει τον πόνο σου, που καταλαβαίνει την ανάγκη σου. Άνθρωπος που θα σε συντρέξει. Άνθρωπος που θα ξεπεράσει τον παμφάγο εγωϊσμό του, που θα αρνηθεί  την αδιαφορία, που θα ξεπεράσει τον ναρκισσισμό του, που θα σε δει με στοργή και αγάπη. Άνθρωπος με καινούργια και αυθεντική «εν Χριστώ» ανθρώπινη ύπαρξη.

γ) Άκρως συγκλονιστική είναι η απάντηση του Χριστού στο παράπονο του παραλύτου, ότι δεν έχει άνθρωπο.  Την ακούμε σε ένα ύμνο του Εσπερινού. Ο υμνωδός στο παράπονο αυτό βάζει το Χριστό να λέγει : Εγώ για σένα έγινα άνθρωπος και συ λες δεν έχεις άνθρωπο να σε  βοηθήσει;  «Διά σέ σάρκα περιβέβλημαι καὶ λέγεις  άνθρωπον οὐκ ἔχω;» Και ο Χριστός έδωσε την υγεία στον ασθενή με τον πιο αυθεντικό τρόπο. Όπως ο δημιουργικός λόγος εκ του μηδενός έκανε τον κόσμο, έτσι και ο λόγος του Χριστού αναδημιουργεί τον παραμορφωμένο από την αμαρτία κόσμο.  Είναι χαρακτηριστικό ότι η υμνολογία της ημέρας αυτής  υπογραμμίζει πως την θεραπεία του παραλυτικού πραγματοποίησε όχι η δεξαμενή αλλά ο λόγος του Χριστού.

δ) Το κείμενο με τη θεραπεία του ασθενούς εισάγει το πρόβλημα της σχέσης της ουσίας και του τύπου. Ουσία της αργίας του Σαββάτου, ημέρας που έγινε το θαύμα, ήταν ο άνθρωπος την ημέρα αυτή να σταματά την αγχώδη προσπάθεια πλουτισμού και να την γεμίζει με έργα φιλανθρωπίας και αγάπης. Με ένα λόγο ουσία της αργίας ήταν ο άνθρωπος και οι ανάγκες του χωρίς να λαμβάνεται υπόψη καθόλου από πού προέκυψαν. Ουσία, λοιπόν, είναι η  αγάπη και η ζωή των ανθρώπων.

Δεν ανήκε στην ουσία της αργίας το γράμμα του Νόμου, οι νομικίστικες διατάξεις, το απρόσωπο σύστημα, για το οποίο ενδιαφέρονταν οι θρησκευτικοί ηγέτες του Ισραήλ. Ένα σύστημα τύπων που  σκότωνε την ουσία, τον  άνθρωπο και τις ανάγκες του.

Οι άρχοντες των Ιουδαίων αγανάκτησαν με τον Ιησού, γιατί ήταν ημέρα Σάββατο, που ο Χριστός έκανε καλά τον παράλυτο. Του είπε δηλαδή να σηκώσει το κρεβάτι του και να πορευτεί στο σπίτι του. Τους ερέθισε,  γιατί με το θαύμα αυτό αλλά και με κάθε θαύμα του Χριστού, φαινόταν ότι κατέρρεε το θρησκευτικό σύστημα των νομικών διατάξεων και παραγράφων που είχαν δημιουργήσει ερμηνεύοντας τον Νόμο του Θεού. Τους ερέθισε, γιατί ο Χριστός πρόσφερε αγάπη και ζωή.

Μηνύματα

α) «Πάντες ἡμάρτομεν» αλλά δεν αποστασιοποιούμεθα από τον Κύριο, που είναι η πηγή των ιαμάτων.

β)  Ζώντας «ἐν χάριτι» μέσα στην Εκκλησία, η οποία παρατείνει τον Κύριο στους αιώνες, γνωρίζουμε ότι προέχει πάντα ο άνθρωπος και οι ανάγκες του. Ότι το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο.

γ) Δεν υπάρχει τίποτε πιο σπουδαίο από το να αγαπούμε, όπως μας αγάπησε ο Κύριος.

 

 

π. Ι. Σ.

 

 

Κοινοποίηση

Δείτε όλη την αρθρογραφία για την κατηγορία ""

Δείτε ακόμη

error: Content is protected !!
Μετάβαση στο περιεχόμενο