Σχόλιο στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λκ 6,31-36
Είπε ο Κύριος: «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε και σεις σ’ αυτούς. Γιατί, αν αγαπάτε αυτούς που σας αγαπούν, ποια εύνοια περιμένετε από τον Θεό; Αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν. Κι αν κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας κάνουν καλό, ποια εύνοια περιμένετε από τον Θεό; Και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Αν δανείζετε σ’ όσους ελπίζετε να σας τα επιστρέψουν, ποια εύνοια περιμένετε από τον Θεό; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν στους όμοιούς τους για να τα π άρουν πίσω. Αντίθετα, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να κάνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω τίποτα. Έτσι ο Θεός, που είναι καλός ακόμα και με τους αχάριστους και τους κακούς, θα σας ανταμείψει με το παραπάνω και θα σας κάνει παιδιά του. Να είστε λοιπόν σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι κι ὁ Θεός Πατέρας σας».
Χαρακτηριστικά της Περικοπής
α) Η Περικοπή ανήκει στα πρώτα κηρύγματα του Ιησού και είναι μέρος της εκτενέστερης ομιλίας που έγινε πλησίον της Καπερναούμ.
β)Τα πρώτα αυτά κηρύγματα ανήκουν στην «επί τόπου πεδινού» ονομαζόμενη ομιλία του Ιησού, την οποία διασώζει ο Λουκάς στο έκτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του (στ. 20-49). Η επί τόπου πεδινού ομιλία είναι αντίστοιχη της «επί του όρους ομιλίας» που παραθέτει ο Ματθαίος.
γ) Στις ομιλίες αυτές περιέχονται κατά κάποιο τρόπο οι προγραμματικές δηλώσεις του Κυρίου. Αποτελούν το κορύφωμα της Χριστιανικής Ηθικής.
Προσέγγιση της Περικοπής
α) Ο Χριστός στην περικοπή αυτή διορθώνει ή ανατρέπει βασικές συμβάσεις του ανθρώπου. Να παρακολουθήσουμε με συντομία ποιες είναι αυτές οι συμβάσεις:
- i) Ανατρέπει «τον χρυσούν κανόνα» που ρύθμιζε λίγο ως πολύ την ηθική ζωή και του Ισραήλ και των αρχαίων Ελλήνων. Αυτός ο κανόνας όριζε: «ὃ σὺ μισεῖς ἑτέρῳ μὴ ποιήσῃς». Ο κανόνας αυτός διατυπώνεται στο βιβλίο του Τωβίτ (Π. Διαθήκη), ως εξής: «ὅ μισεῖς μηδενὶ ποιήσῃς». Ο ξακουστός ραββίνος Χιλλέλ, δίδασκε: «ό,τι εσύ μισείς μην το κάνεις στον πλησίον σου∙ αυτός είναι όλος ο νόμος∙ όλα τα υπόλοιπα είναι απλώς ερμηνείες του». Αργότερα ο Ισοκράτης έλεγε «ἅ πάσχοντες ὑφ’ ἑτέρων ὀργίζεσθε, ταῦτα τοῖς ἄλλοις μὴ ποιεῖτε», που θα πει: αυτά που όταν τα υφίστασθε, σας κάνουν να οργίζεσθε μη τα κάνετε στους άλλους. Παραπλήσια έλεγαν οι Στωικοί και άλλοι στην αρχαιότητα. Τον κανόνα αυτό, που ήταν κανόνας που περιόριζε το κακό και ήταν ανεπαρκής στην κοινωνική ζωή, ὁ Χριστός τον ανέτρεψε.
Πριν δούμε αυτήν την ανατροπή να δείξουμε την ανεπάρκεια αυτού του χρυσού λεγομένου κανόνα με ένα παράδειγμα: Μη βλάπτεις κανένα όπως και σύ δεν θέλεις να σε βλάπτουν, λέει ο κανόνας αυτός. Η ηθική του ευαγγελίου όμως, θετικά διατυπωμένη από τον Χριστό, λέει: αδελφέ, αγάπα κι αν αγαπάς δεν θα βλάψεις τον συνάνθρωπό σου, γιατί ο άνθρωπος πλάσθηκε για να αγαπά, όχι απλά να μη βλάπτει. Αυτό που θέλεις να παίρνεις από τους άλλους, δώσε το πρώτος εσύ.
Ο Χριστός, λοιπόν, αυτόν τον κανόνα τον διατυπώνει κατά τρόπο θετικό και ριζοσπαστικό ως εξής: «καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Ο Χριστός βάζει τον εαυτό μας ως βάση και λέει: όπως βλέπεις και αγαπάς τον εαυτό σου και όπως τον περιποιείσαι κ.λ.π. έτσι να βλέπεις, να αγαπάς και να περιποιείσαι τον άλλον. Αυτό που βάζει ο Χριστός ως βάση είναι η αρχική μας φύση, ο φυσικός μας νόμος, ο νόμος ο έμφυτος που επιβάλλει αγάπη στον άλλο τέτοια που θέλεις για τον εαυτό σου.
Κέντρο της Xριστιανικής ηθικής, κατά το σημερινό Ευαγγελικό απόσπασμα, είναι η αγάπη που πηγάζει από τον Θεό μας και όχι από κάποια κοινωνική συμβατικότητα. Μιλάμε για αγάπη στην κοινωνία, για αγάπη μεταξύ των ανθρώπων. Αυτή η αγάπη υπάρχει, επειδή υπάρχει και εκδηλώνεται η θεϊκή αγάπη προς εμάς. Σ’ αυτή την περίπτωση δεν μιλούμε για την συμβατική ηθική, την συμφωνημένη, την αμοιβαία εκδήλωση απλής ανοχής που στηρίζεται στη κοινωνική αμοιβαιότητα, στα ανθρώπινα. Μιλάμε για την αγάπη του Χριστού που είναι θυσία, προσφορά, ανιδιοτέλεια. Είναι δράση και πράξη. Όχι ανοχή. Είναι δόσιμο στον άλλον, πέρα από συνθήκες που ανατρέπονται εύκολα.
- ii) Διορθώνει κοινωνικές συμβατικότητες, λ.χ. το να αγαπάς μόνο αυτούς που σε αγαπούν. Αγάπη λέγεται και είναι η ανιδιοτελής αγάπη. Είναι αυτή που δεν περιμένει αμοιβή ή ανταπόκριση. Αγκαλιάζει τους πάντες. Γιατί εάν αγαπάς μόνο εκείνους που σε αγαπούν, ποια εύνοια από τον Θεό περιμένεις, ή ποια αμοιβή από αυτόν σου ανήκει; Όταν κάποιος αγαπά μόνο εκείνους που τον αγαπούν δεν πράττει τίποτα για τον Θεό. Δεν είναι αρετή το να αγαπάς αυτόν που σε αγαπά. Είναι φυσικό αποτέλεσμα. Και οι αμαρτωλοί αυτό κάνουν.
Άλλη κοινωνική σύμβαση που διορθώνει ο Χριστός είναι: το να κάνεις το καλό μόνο σ’ αυτούς που σου κάνουν καλό. Αυτή η αγάπη είναι ανθρώπινη, κολοβή, γιατί πάλι δεν κάνεις τίποτα για το Θεό. Μένεις στα ανθρώπινα δεδομένα, στις ανθρώπινες συμβατικότητες. Αν θέλεις την εύνοια του Θεού, πρέπει να αγαπάς και αυτούς που δεν σου κάνουν καλό ή σου κάνουν ακόμα και κακό.
Ὁ Χριστός ζητάει να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Να υπερβούμε τον συμβατικό τρόπο ζωής. Να απαντάμε στην εχθρότητα με αγάπη. Στο μίσος με την ευεργεσία. Στην κατάρα με την ευλογία. Να προσευχόμαστε για κείνους που μας κακομεταχειρίζονται κ.λ.π.
Και στη σύμβαση του δανεισμού υπεισέρχεται ο Χριστός. Και μάλιστα το κάνει δύο φορές, που σημαίνει ότι ο δανεισμός απασχολούσε πολύ την κοινωνία τότε. Εάν δανείζεις αυτούς που ελπίζεις ότι θα πάρεις πίσω τα δανεικά, δεν κάνεις τίποτε το Χριστιανικό. Και οι αμαρτωλοί το ίδιο κάνουν. Δανείζουν και τα περιμένουν. Στην εκκλησιαστική κοινότητα όμως άλλα ισχύουν: αυτό που μετράει στα μάτια του Θεού είναι η δωρεάν προσφορά προς τον πλησίον.
β) Όλα τα παραπάνω και άλλα που παραλείπονται είναι άκρως επαναστατικά στις σχέσεις των ανθρώπων. Στους πολλούς από μας φαίνονται ίσως ανεφάρμοστα. Όμως γίνονται πραγματικότητα στην περιοχή της χάριτος του Θεού. Αν ζούμε ως παιδιά του οικτίρμονα Θεού, δεν μπορεί παρά να αγαπάμε όλους ακόμη και τους εχθρούς.
γ) Ακούγοντας για εχθρούς ο νους μας πηγαίνει σ’ αυτούς που βρίσκονται εκτός εκκλησιαστικής κοινότητας ανθρώπους. Η Περικοπή μας τους συμπεριλαμβάνει και αυτούς χωρίς την παραμικρή διάκριση. Σ’ αυτούς ο Χριστός είναι ο ίδιος και απαράλλακτος, όπως και στα μέλη της Εκκλησίας. Με επιμονή επαναλαμβάνει: «ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδέν ἀπελπίζοντες», που θα πει: Δανείζετε χωρίς να ελπίζετε ότι θα πάρετε πίσω τίποτα από τα δανεικά.
Και δ) αυτός που αγαπάει όπως λέει ο Χριστός, αποδεικνύει ότι είναι γιός του οικτίρμονα Θεού. Όποιος είναι γιός του ουράνιου Πατέρα δεν μπορεί παρά να αγαπά όλους και να δείχνει αυτήν την έμπρακτη αγάπη σε όλους αδιακρίτως. Η αγάπη είναι δυνατή μόνο στην υιϊκή σχέση του ανθρώπου προς τον Θεό. Χωρίς την πίστη στον Θεό Πατέρα και την εμπειρία της θείας αγάπης που φτάνει μέχρι του σταυρού, κάθε εντολή περί αγάπης είναι απραγματοποίητη.
Μήνυμα
Η ζωή της αγάπης, αυτή που ζητάει ο Κύριος στο ευαγγελικό απόσπασμα, δεν είναι θέμα συμβατικό. Δεν είναι απλώς υπόθεση κοινωνική. Δεν είναι αποκομμένη από την πηγή της. Και πηγή της είναι ο οικτίρμων Πατέρας μας, ο ελεήμων Θεός. Απορρέει από τη σχέση που ως Χριστιανοί έχουμε με τον εύσπλαχνο Θεό μας.
«Όποιος βιώνει έντονα την αγάπη του Θεού Πατέρα προσφέρει την αγάπη του προς όλους με τρόπο θετικό, ανιδιοτελή και ολοκληρωτικό».
π. Ι. Σ.