Λάβετε, φάγετε· τοῦτό μού ἐστι τό σῶμα…
Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτό ἐστι τό αἷμά μου…
Λάβετε και φάγετε· αυτό είναι το σώμα μου…
Πίετε απ ̓ αυτό όλοι· αυτό είναι το αίμα μου…
Η πίστη της Εκκλησίας αναφέρεται σε πραγµατικά πρόσωπα και γεγονότα. Αυτό πρέπει πάντα να τονίζεται, και µάλιστα περισσότερο στον καιρό µας. Ούτε σε ιδέες πιστεύουµε ούτε σε φιλοσοφικές θεωρίες και προκατασκευασµένα συστήµατα, αλλά σε πρόσωπα και γεγονότα. Στο Θεό, που είναι τα υπερύµνητα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, και στα όσα έκαµε «ὁ Πατήρ δι᾿ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύµατι», πρώτα στη δηµιουργία του κόσµου κι υστέρα στην οικονοµία της σωτηρίας του κόσµου. Αυτό το «πρώτα» και το «ύστερα» για το Θεό δεν φανερώνουν βέβαια χρονολογική σειρά, γιατί ενώπιον του Θεού τα πάντα είναι ενεστώτα και παρόντα· και εκείνα που έγιναν και εκείνα που θα γίνουν, όλα ο Θεός τα βλέπει να γίνονται τώρα. Αυτό είναι το περιεχόµενο της µεγάλης ευχής της αναφοράς στη θεία Λειτουργία, στην εξήγηση της οποίας µπήκαµε από την προηγούµενη οµιλία. Η ευχή οµιλεί για το έργο του Θεού στη δηµιουργία του κόσµου και στην οικονοµία της σωτηρίας, ένα έργο, που όχι µόνο έγινε και «συνετελέσθη», αλλά και συνεχίζεται και εξακολουθεί να γίνεται µέσα στην Εκκλησία.
Η ευχή της αναφοράς είναι ευχή ευχαριστίας. Στην αρχή, καθώς είδαµε στην προηγούµενη οµιλία, εκφράζεται η ευχαριστία προς τον Θεό Πατέρα, για όλες τις ευεργεσίες του προς το ανθρώπινο γένος και για τη λειτουργία που γίνεται τώρα. Μεσολαβεί ο επινίκιος ύµνος, και η ευχή συνεχίζεται και προχωρεί στο θείο έργο του Ιησού Χριστού. «Μετά τούτων καί ἡµεῖς τῶν µακαρίων δυνάµεων, Δέσποτα φιλάνθρωπε, βοῶµεν καί λέγοµεν· Ἅγιος εἶ καί πανάγιος, σύ καί ὁ µονογενής σου Υἱός καί τό Πνεῦµα σου τό Ἅγιον. Ἅγιος εἶ καί πανάγιος καί µεγαλοπρεπής ἡ δόξα σου· ὅς τόν κόσµον σου οὕτως ἠγάπησας, ὥστε τόν Υἱόν σου τόν µονογενῆ δοῦναι, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν µή ἀπόληται, ἀλλ᾿ ἔχῃ ζωήν αἰώνιον». Μαζί µε αυτές και µεις τις άγιες δυνάµεις, Δέσποτα φιλάνθρωπε, µεγαλόφωνα λέµε· Άγιος είσαι και πανάγιος και µεγαλόπρεπη είναι η δόξα σου· εσύ, που τόσο αγάπησες τον κόσµο σου, ώστε να δώσεις τον µονογενή σου Υιό, για να µη χαθεί κάθε ένας που πιστεύει σ᾿ αυτόν, αλλά για να έχει αιώνια ζωή.
Εδώ η ευχή επαναλαµβάνει τα λόγια του Ιησού Χριστού προς το Νικόδηµο, καθώς τα διαβάζοµε στο «κατά Ἰωάννην» Ευαγγέλιο. Κεντρικό σηµείο στο µυστήριο της θείας οικονοµίας, για τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσµου, είναι η αγάπη του Θεού. Σε καµµιά άλλη αιτία δεν πρέπει να ζητούµε την εξήγηση για την ενανθρώπηση, για το σταυρό και το θάνατο του Υιού παρά στην αγάπη του Θεού προς τον κόσµο. Αυτό επαναλαµβάνει και οµολογεί η Εκκλησία, όταν τελεί την θεία Λειτουργία και φτάνει στο σηµείο του µυστικού δείπνου του Κυρίου· «ὅς ἐλθών καί πᾶσαν τήν ὑπέρ ἡµῶν οἰκονοµίαν πληρώσας, τῇ νυκτί ᾗ παρεδίδοτο, µᾶλλον δέ ἑαυτόν παρεδίδου, ὑπέρ τῆς τοῦ κόσµου ζωῆς, λαβών ἄρτον ἐν ταῖς ἁγίαις αὐτοῦ καί ἀχράντοις καί ἀµωµήτοις χερσίν,εὐχαριστήσας καί εὐλογήσας, ἁγιάσας, κλάσας, ἔδωκε τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ µαθηταῖς καί ἀποστόλοις, εἰπών». Ο υιός, όταν ήλθε κι έκαµε όλα όσα είχε οικονοµήσει για µας, τη νύχτα που παραδινότανε, µάλλον δε που ο ίδιος παρέδιδε τον εαυτό του για τη ζωή του κόσµου, πήρε το ψωµί στα άγια και αµόλυντα και αναµάρτητα χέρια του, ευχαρίστησε και το ευλόγησε, το αγίασε, το έκοψε, έδωσε στους αγίους µαθητές του και αποστόλους και είπε.
Τίποτε περισσότερο δεν λέει η ευχή παρά ό ,τι παραδίδει ο απόστολος Παύλος στην πρώτη προς Κορινθίους επιστολή και οι τρεις Ευαγγελιστές, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς. Γράφοντας για το µυστικό δείπνο του Κυρίου και για το µυστήριο της θείας Ευχαριστίας, ο Απόστολος λέει· «ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ Κυρίου, ὅ καί παρέδωκα ὑµῖν». Αυτό θα πει πώς ό,τι κάνει η Εκκλησία, αυτή η ζωή της Εκκλησίας, είναι µια παραλαβή και µια παράδοση από θεία λόγια και γεγονότα, µια συνέχεια δηλαδή χωρίς διακοπή. Εδώ χαρακτηριστικά ο άγιος Χρυσόστοµος ερµηνεύει· «Πῶς δέ φησι παρά Κυρίου παρειληφέναι; Οὐδέ γάρ παρῆν τότε… Ἵνα µάθῃς ὅτι οὐδέν πλέον ἔχει ἐκείνη ἡ τράπεζα τῆς µετά ταῦτα». Πώς γράφει ο Απόστολος ότι έχει παραλάβει από τον Κύριο; Γιατί βέβαια δεν ήταν τότε παρών… Για να µάθεις ότι εκείνη η τράπεζα του µυστικού δείπνου δεν έχει τίποτα παραπάνω από αυτήν τώρα εδώ. Αυτό θα πει ζωή της Εκκλησίας και συνέχεια χωρίς διακοπή· ο µυστικός δείπνος του Κυρίου στην Εκκλησία συνεχίζεται. Όπως κι αν το πάρουµε, είτε αν απευθείας από τον Κύριο µε αποκάλυψη είτε από τους δώδεκα Αποστόλους, ο Παύλος µπορούσε να γράφει· «ἐγώ γάρ παρέλαβον ἀπό τοῦ Κυρίου, ὅ καί παρέδωκα ὑµῖν».
Ή ευχή έφτασε, θα λέγαµε, στο κατακόρυφο. Ο λειτουργός µε φωνή σταθερή και σεµνή εκφωνεί τα λόγια του Κυρίου, που είν’ εκείνα µε τα οποία ίδρυσε το θειότατο µυστήριο. Κάθε ανθρώπινη επιτήδευση εδώ από τον ιερέα είναι βαρύτατη αµαρτία. Οµιλεί ο Χριστός· «Λάβετε, φάγετε· τοῦτό µού ἐστι τό σῶµα, τό ὑπέρ ὑµῶν κλώµενον, εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν». Λάβετε και φάγετε· αυτό είναι το σώµα µου, που κοµµατιάζεται για σας, για νά ᾿χετε άφεση αµαρτιών. Σε τούτη την ιερότατη στιγµή δεν χωρεί από το µέρος του λαού παρά µόνο το «Ἀµήν». Ο λειτουργός ιερέας προχωρεί στη συνέχεια, ακολουθώντας τη σειρά των γεγονότων, όπως έγιναν στο µυστικό δείπνο. «Ὁµοίως καί τό ποτήριον µετά τό δειπνῆσαι λέγων· Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτό ἐστι τό αἷµα µου, τό τῆς καινῆς διαθήκης, τό ὑπέρ ὑµῶν καί πολλών ἐκχυνόµενον, εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν». Το ίδιο και µε το ποτήριο, µετά που δείπνησαν είπε· Πιέτε απ᾿ αυτό όλοι· αυτό είναι το αίµα µου, το αίµα της καινής διαθήκης, που χύνεται για σας και για όλους που θα πιστέψουν, για νά ᾿χετε άφεση αµαρτιών. Ο λαός πάλι, µέσα σε µια γενική σιγή που επικρατεί στη σύναξη, αποκρίνεται «Ἀµήν».
Θα θέλαµε να µη µεταφράζαµε τα λόγια του Ιησού Χριστού. Όχι γιατί δήθεν τα είπε στα ελληνικά ούτε γιατί ή δηµοτική µας γλώσσα δεν είναι ελληνική. Αλλά γιατί έτσι γράφτηκαν κι έτσι τα λέει η Εκκλησία από την αρχή, έτσι τα ακούµε σ᾿ όλη µας τη ζωή και θα είναι πρόφαση και υποκρισία µας να λέµε πώς δεν τα καταλαβαίνουµε. Είναι λόγια καθαγιασµένα µέσα στην ιερή και πολυχρόνια χρήση, που δεν µεταφράζονται, που δεν τα δέχεται η ακοή µας σε άλλο γλωσσικό ιδίωµα. Αλλ᾿ ακόµα δεν είναι και βέβαιο πώς κάθε φορά τα µεταφράζουµε σωστά και µπορούµε να αποδώσουµε σε κάθε λέξη και σε κάθε φράση το νόηµα, που η Εκκλησία από την αρχή θεόπνευστα θέλησε να εκφράσει. Θα προτιµούσαµε λοιπόν εδώ τα θεία λόγια του Κυρίου να µην τα µεταφράζαµε, γιατί πιστεύουµε πώς όλοι τα καταλαβαίνουν και θέλουν να τα ακούν όπως γράφτηκαν στα ιερά Ευαγγέλια.
Μετά την κοινωνία του ποτηριού, ο Κύριος είπε· «Τοῦτο ποιεῖτε εἰς τήν ἐµήν ἀνάµνησιν», αυτό να κάνετε σε ανάµνησή µου. Η εντολή αυτή υπάρχει στη Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, µαζί µετά λοιπά λόγια, όπως τα παραδίδει ο απόστολος Παύλος· «ὁσάκις γάρ ἄν ἐσθίητε τόν ἄρτον τοῦτον καί τό ποτήριον τοῦτο πίνητε, τόν ἐµόν θάνατον καταγγέλλετε, τήν ἐµήν ἀνάστασιν ὁµολογεῖτε»· κάθε φορά που θα τρώγετε αυτό τον άρτο και θα πίνετε αυτό το ποτήριο θα διακηρύττετε τον θάνατο µου και θα οµολογείτε την ανάστασή µου. Κάθε φορά που η Εκκλησία τελεί τη θεία Λειτουργία βρίσκεται µπροστά στο Χριστό, που αποθνήσκει και ανασταίνεται επάνω στην αγία Τράπεζα. Πολύ σωστά λοιπόν κάποιος σύγχρονός µας ιερέας και θεολόγος γράφει· «Ο µυστικός δείπνος συνεχίζεται, δεν επαναλαµβάνεται».
Ο Ιησούς Χριστός ονοµάζει το αίµα του αίµα της καινής διαθήκης, δηλαδή της νέας συµφωνίας µεταξύ του Θεού και των ανθρώπων. Η παλαιά συµφωνία επικυρώθηκε µε τις θυσίες και το αίµα των ζώων· η νέα συµφωνία επικυρώθηκε µε τη θυσία και το τίµιο αίµα του Ιησού Χριστού, «ὡς ἀµνοῦ ἀµώµου καί ἀσπίλου». Ο αµνός του Πάσχα στην παλαιά διαθήκη είναι η προτύπωση του Ιησού Χριστού στη θυσία του σταυρού. Ο Κύριος είναι ο αληθινός αµνός· «Ἴδε ὁ ἀµνός τοῦ Θεοῦ», έλεγε ο βαπτιστής Ιωάννης και τον έδειχνε στους µαθητές του. Ο Ιησούς Χριστός προσφέρθηκε θυσία στο σταυρό για τις αµαρτίες του κόσµου και, θα πούµε έτσι, δεν ήταν ο σταυρός που σήκωνε το εκούσιο θύµα, αλλά ήταν ο αµνός του Θεού στο σταυρό, που σήκωνε τις αµαρτίες του κόσµου, καθώς το ψάλλουµε στη Δοξολογία του Ὄρθρου· «ὁ ἀµνός τοῦ Θεοῦ, ὁ αἵρων τάς ἁµαρτίας τοῦ κόσµου». Την νύχτα πριν από τον θάνατό του καθιέρωσε µια αληθινή θυσία ειρήνης και ευχαριστίας, τη θεία Ευχαριστία. Και η θυσία εκείνη συνεχίζεται στην Εκκλησία· «Λάβετε, φάγετε· τοῦτό µού ἐστι τό σῶµα… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες· τοῦτό ἐστι τό αἷµά µου…». Αµήν.
† Σ & Κ Δ