«…ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡµῶν
Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώµεθα».
Ο καθένας κι όλοι µαζί ας αφήσουµε τον εαυτό µας κι
όλη µας την ζωή στο Χριστό και Θεό µας.
Όλες οι δεήσεις της Μεγάλης Συναπτής είναι προτροπές του λειτουργού
προς τον λαό, που τελειώνουν η κάθε µια µε το «δεηθῶµεν». Η τελευταία
τώρα, µε την οποία κλείνει ο κατάλογος των δεήσεων, τελειώνει µε το
«παραθώµεθα». Αφού ζητήσαµε από τον Θεό όσα µας χρειάζονται στον βίο
µας και τελευταία σε µια απευθείας αναφορά επικαλεσθήκαµε την χάρη του για
την σωτηρία µας, τελειώνοµε λοιπόν τις δεήσεις κι αφήνουµε τον εαυτό µας µε
εµπιστοσύνη στα χέρια του Θεού. «Τῆς παναγίας, ἀχράντου,
ὑπερευλογηµένης, ἐνδόξου δεσποίνης ἡµῶν, Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου
Μαρίας, µετά πάντων τῶν Ἁγίων µνηµονεύσαντες, ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί
πᾶσαν τήν ζωήν ἡµῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώµεθα». Δηλαδή· ας θυµηθούµε
την παναγία, άχραντη, ευλογηµένη, ένδοξη κυρία µας Θεοτόκο και παρθένο
Μαρία µαζί µε όλους τους Αγίους κι ας αφήσουµε ο καθένας µας κι όλοι µαζί
τον εαυτό µας κι όλη µας την ζωή στον Θεό µας Ιησού Χριστό.
Καθώς είµαστε στην είσοδο και µπαίνουµε στην ιερή τελετουργία, δεν
ξεχνάµε να καλέσουµε, για να µας βοηθούν και να πρεσβεύουν στην
προσευχή µας, την υπεραγία Θεοτόκο κι όλους τους Αγίους. Ανοίγει αµέσως
εµπρός µας ο φωτεινός και ζωντανός κόσµος της Ορθοδοξίας. Γιατί
ξεχωριστό γνώρισµα της ορθόδοξης λατρείας είναι η τιµή στους Αγίους του
Θεού. Πρώτα βέβαια στην υπεραγία Θεοτόκο, που είναι η «ἁγία ἁγίων
µείζων». Η θέση της παρθένου Μαρίας στην πίστη µας και το όνοµά της
«Θεοτόκος» είναι, για να πούµε έτσι, το κλειδί της Ορθοδοξίας. Η τρίτη
οικουµενική Σύνοδος εδογµάτισε και είπε· «Ὁµολογοῦµεν τήν ἁγίαν
Παρθένον Θεοτόκον, διά τό τόν Θεόν Λόγον σαρκωθῆναι καί ἑνανθρωπῆσαι»·
οµολογούµε πώς η αγία Παρθένος είναι Θεοτόκος, επειδή ο Θεός Λόγος
σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος. Το «Θεοτόκος» ανοίγει την θύρα, για να
µπούµε στον άγιο ναό, που είναι το µυστήριο της θείας ενανθρώπησης.
Αυτή η τιµή προς τους Αγίους, σαν γνώρισµα της ορθόδοξης Εκκλησίας,
έχει µια πολύ βαθιά σηµασία για την πίστη µας και για τον βίο µας. Η αρετή
και η αγιωσύνη είναι κάθε φορά ένα γεγονός κι ένα ζωντανό παράδειγµα στα
πρόσωπα των Αγίων. Όχι η δικαιοσύνη, αλλά ο δίκαιος· όχι η πραότητα,
αλλά ο πράος· όχι η αγιότητα, αλλά ο άγιος. Ο άνθρωπος δηλαδή, η εικόνα
του Θεού, επάνω στην οποία βλέπουµε την αρετή και την αγιωσύνη. Γι᾽ αυτό
ο Μέγας Βασίλειος λέει πώς οι Άγιοι είναι «εἰκόνες ἔµψυχοι», εικόνες δηλαδή
ζωντανές της αρετής και της αγιωσύνης.
«Μετά τό εὔξασθαι περί πάντων», ερµηνεύει ο Νικόλαος Καβάσιλας, για
τον οποίο είπαµε στα προηγούµενα, «ἑαυτούς κελεύει τῷ Θεῷ
παρατίθεσθαι». Δηλαδή· αφού ευχηθούµε για όλα, ύστερα ο λειτουργός
προτρέπει να αφήσουµε τον εαυτό µας στο Θεό. Αυτό θα το ακούσουµε
πολλές φορές ως το τέλος της θείας Λειτουργίας, κι είναι από τα πιο κρίσιµα,
θα λέγαµε, σηµεία της προσευχής. Όλη η πίστη, όλη η εµπιστοσύνη κι ό,τι
µπορείς πιο πολύ να κάµεις είναι να αφήσεις τον εαυτό σου στο Θεό. Όλοι οι
Άγιοι είναι άνθρωποι αφηµένοι στο Θεό, κι αυτοί µόνο µπορούν να µας πουν
και να µας βεβαιώσουν τι ακριβώς είναι η ανάπαυση, για την οποία λέει ο
Ιησούς Χριστός «κἀγώ ἀναπαύσω ὑµᾶς». Ελάτε κοντά µου κι αφήστε τον
εαυτό σας σε µένα· την ζωή σας µε τις δυσκολίες και τα προβλήµατά της, τον
κόπο σας και τον αγώνα σας, τις ανησυχίες και τις αγωνίες σας. Και θα βρείτε
ανάπαυση· θα βρείτε δύναµη για να παλέψετε, και ασφάλεια για να
ξεθαρρέψετε, και ειρήνη για να ζήσετε.
Πρέπει να οµολογήσουµε πώς δεν είµαστε καθόλου έτοιµοι για να
καταλάβουµε και να δεχθούµε το «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν
ζωήν ἡµῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώµεθα». Και το ακούµε πολλές φορές στη
θεία Λειτουργία, ακριβώς για να το προσέξουµε και να το σκεφθούµε καλά.
Μας τραβάνε τα πράγµατα του κόσµου και µας βγάζουν από τον εαυτό µας.
Η µέριµνα, για την οποία λέει ο Ιησούς Χριστός στο Ευαγγέλιο, είναι το
κοµµάτιασµα και το σκόρπισµα του εαυτού µας µέσα στα πράγµατα του
κόσµου και τις περιστάσεις του βίου. Στον καιρό µας αυτή η µέριµνα έχει
τόσο ενταθεί, που δεν µπορούµε πια να ζήσουµε· µας πνίγει το άγχος, µας
γονατίζει ο κόπος, µας σφίγγει η αγωνία, µας παραλύει ο φόβος. Ανάπαυση
και ειρήνη δεν έχουµε κι όταν ακόµα δεν µας λείπουν τα αγαθά· και τότε
είµαστε κουρασµένοι, κουρασµένοι από την χορτασιά. Γιατί η χορτασιά και η
πλησµονή κουράζουν περισσότερο από την ανέχεια και την στέρηση.
Αλλά οι πιστοί συναζόµαστε για να βρούµε τον εαυτό µας, επειδή µέσα
στην θάλασσα του βίου πνιγόµαστε και χανόµαστε κάθε ώρα. Συναζόµαστε
για να στηριχθούµε ο ένας στον άλλον κι όλοι µαζί στον Θεό· «εἰς τό
στηριχθῆναι καί συµπαρακληθῆναι», καθώς γράφει ο Απόστολος προς
Ρωµαίους, για να στηριχθούµε και να βρούµε ξεκούραση ο ένας στον άλλο.
«Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώµεθα» προτρέπει ο λειτουργός κι ο λαός µ᾽ ένα
στόµα απαντά· «Σοί Κύριε». Είναι η τρίτη αυτή απάντηση µετά το «Ἀµήν»
και το «Κύριε ἐλέησον» και θέλει να πει· «Ναί, Κύριε, σε σένα αφήνουµε τον
εαυτό µας και στα χέρια σου εµπιστευόµαστε όλη µας την ζωή». Πόσο,
αλήθεια, πιο εύκολα και πιο αυθόρµητα µπορούµε να το πούµε αυτό όλοι
µαζί κι ο καθένας για τον εαυτό του, µέσα στην σύναξη της Εκκλησίας, όπου ο
ένας στέκει κοντά στον άλλον και παίρνει θάρρος µαζί µε τον αδελφό του!
Είναι µεγάλη η δύναµη του καθένα µας µέσα στην σύναξη της Εκκλησίας, γιατί
δεν προσεύχεται µόνος του, αλλά µαζί µε όλους τους Αγίους.
Ο ερµηνευτής της θείας Λειτουργίας Νικόλαος ο Καβάσιλας, σχετικά µε το
«παραθώµεθα», λέει πάλι τα εξής αξιοπρόσεκτα. «Δεν είναι σε όλους εύκολο
να αφήνουν τον εαυτό τους στο Θεό. Επειδή λοιπόν αυτό το πράγµα χρειάζεται
και γενναίο φρόνηµα και µελέτη, γι᾽ αυτό καλούµε για να µας βοηθήσουν την
παναγία Μητέρα του Θεού κι όλους τους Αγίους κι έτσι αφηνόµαστε στο Θεό».
Η κάθε λοιπόν ευχαριστιακή σύναξη είναι µια συλλειτουργία «µετά πάντων τῶν
ἁγίων» και µια παράθεση η αφιέρωση της Εκκλησίας στον Θεό. Αυτή η
τελευταία δέηση, µάλλον δε προτροπή, του λειτουργού φανερώνει όλη την
ιερότητα της λογικής λατρείας κι όλο το πλούσιο και µοναδικό κοινωνικό
νόηµα της θείας Λειτουργίας. Όλη η Εκκλησία, όλη η κοινωνία των πιστών όχι
µόνο ζητάει να λάβει, αλλά και παραδίνεται και αφήνεται στο Θεό, σαν ένα
οµόψυχο, ζωντανό και λογικό αφιέρωµα. Άλλα λόγια ανθρώπινα δεν εκφράζουν
τόσο καλά τον πιστό χριστιανό όταν προσεύχεται, σαν τα λόγια αυτά της
θείας Λειτουργίας· «ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡµῶν Χριστῷ
τῷ Θεῷ παραθώµεθα». Αµήν.
† Σ & Κ Δ