Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ.
Ελάτε, ας προσκυνήσουμε κι ας λατρεύσουμε το Χριστό.
να γεννά σε όλους την αιώνια ζωή.
Όταν ψάλλεται το τρίτο Αντίφωνο, τότε γίνεται και η Μικρά Είσοδος. Η Μικρά Είσοδος, σε αντίθεση προς την Μεγάλη, που γίνεται παρακάτω στην θεία Λειτουργία, είναι η επίσημη μεταφορά του Ευαγγελίου από το Σκευοφυλάκιο, στην αγία Τράπεζα. Στην αρχαία εποχή το Ευαγγέλιο φυλαγότανε στο Σκευοφυλάκιο, που ήταν έξω στην είσοδο του ναού. Τώρα λοιπόν που πλησιάζει η ώρα για να αναγνωσθεί, μεταφέρεται το Ευαγγέλιο, αν και δεν φυλάγεται πια στο Σκευοφυλάκιο, αλλά μένει πάντα επάνω στην αγία Τράπεζα. Συγχρόνως όμως αυτή την ώρα μπαίνει επίσημα στο ναό και στο ιερό Βήμα για την θεία Λειτουργία ο επίσκοπος. Η Μικρά Είσοδος λοιπόν είναι μια τελετή με διπλό νόημα· την μεταφορά του Ευαγγελίου και την είσοδο του επισκόπου. Το Ευαγγέλιο είναι το κήρυγμα του Χριστού και ο επίσκοπος στην Εκκλησία είναι «εἰς τόπον Χριστοῦ». Με τα ίδια λοιπόν αισθήματα και με τον ίδιο ύμνο χαιρετίζει και υποδέχεται στην ιερή σύναξη ο λαός το Ευαγγέλιο και τον επίσκοπο, ψάλλοντας· «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ…». Οι αρχαίοι ερμηνευτές της θείας Λειτουργίας σε κάθε πράξη, που γίνεται στην ιερουργία, ανακαλύπτουν κάποιον
συμβολισμό, κάτι δηλαδή βαθύτερο που υπάρχει κάτω από τα τελούμενα. Δεν θα θέλαμε να τους ακολουθήσουμε, όχι πώς δεν έχουν δίκιο, αλλά γιατί δεν είναι αυτός ο σκοπός
μας. Εμείς θέλομε να εξηγήσουμε πολύ απλά αυτό που γίνεται στην θεία Λειτουργία, χωρίς να επιμένουμε ούτε στην ιστορική του εξέλιξη ούτε στην συμβολική του σημασία.
Είναι χαρακτηριστικό κάτι που λέει εδώ, σχετικά με την είσοδο του Ευαγγελίου Νικόλαος ο Καβάσιλας· «γίνεται μέν ἓκαστον τῆς χρείας ἓνεκα τῆς ἐνισταμένης, σημαίνει δέ καί τι
τῶν τοῦ Χριστοῦ ἒργων ἢ πράξεων ἢ παθῶν»· δηλαδή στην ιερουργία γίνεται το κάθε τι για να εξυπηρετηθή κάθε φορά κάποια παρούσα ανάγκη, αλλά σημαίνει και κάτι από τα
έργα ή τις πράξεις ή τα πάθη του Ιησού Χριστού. Το Ευαγγέλιο είναι ο Χριστός και, καθώς μπαίνει υψωμένο στα χέρια του λειτουργού ιερέα, δείχνει την φανέρωση του
Ιησού Χριστού στον κόσμο, καθώς με αυτά τα λόγια εξηγεί το πράγμα ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής· «τελουμένης τῆς ἁγίας συνάξεως, ἡ μέν πρώτη εἲσοδος γενικῶς μέν δηλοῖ
τήν πρώτην τοῦ Θεοῦ ἡμῶν παρουσίαν». Ο ίδιος ερμηνευτής αλλού, συνδυάζοντας την είσοδο του Ευαγγελίου με την είσοδο του επισκόπου, λέει τα εξής· «Τήν μέν οὖν πρώτην εἰς
τήν ἁγίαν Ἐκκλησίαν τοῦ ἀρχιερέως κατά τήν ἱεράν σύναξιν τῆς πρώτης τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ διά σαρκός εἰς τόν κόσμον τοῦτον παρουσίας τύπον
καί εἰκόνα φέρειν ἐδίδασκε». Κάποιος παλαιότερος δηλαδή, από τον οποίον ο άγιος Μάξιμος το παίρνει, εδίδασκε ότι η πρώτη είσοδος του επισκόπου στην ιερή σύναξη είναι η
εικόνα της πρώτης παρουσίας στον κόσμο του σαρκωθέντος θείου Λόγου. Αλλά είπαμε πώς δεν θα σταματήσουμε περισσότερο στις αλληγορικές αυτές και συμβολικές
ερμηνείες των αρχαίων εξηγητών της θείας Λειτουργίας. Θα πρέπει να εξηγήσουμε και να πούμε ότι οι ερμηνείες αυτές, πολύ επιτυχημένες όλες και ιερές, έγιναν βέβαια ύστερ᾽ από
τα πράγματα. Η ευσέβεια και η πίστη των ερμηνευτών ζητάει κάτω από τα πράγματα μια βαθύτερη πάντα σημασία, που εμείς, χωρίς να μην την παραδεχόμαστε, δεν μένουμε όμως σ᾽ αυτήν, γιατί θαρρούμε πώς δεν είναι λίγο να εξηγήσουμε τα πράγματα, καθώς τα βλέπομε και τα ακούμε, αφήνοντας τις βαθύτερες ερμηνείες για τους πνευματικά τελειότερους. Ό,τι
γίνεται κι ό,τι λέγεται στην Εκκλησία είναι πράξη και λόγος ιερός· αυτό μας είναι αρκετό. Ας βλέπουμε λοιπόν κι ας ακούμε με μια απόλυτη ευλάβεια όσα γίνονται και λέγονται
μέσα στην Εκκλησία κι ας αφήνουμε ο καθένας την σκέψη του και την ψυχή του να βαθαίνει όσο μπορεί πιο πολύ και να πετάει ψηλότερα. Εδώ δεν υπάρχει περιορισμός, γιατί το
περιεχόμενο της πίστεως είναι μεν για όλους το ίδιο, μα ο καθένας ζει την πίστη του κατά δικό του και προσωπικό τρόπο. Το τι αισθάνεται και ζει μέσα του ο κάθε πιστός
μόνο ο Θεός το ξέρει. Φέρνοντας λοιπόν ο λειτουργός ιερέας το άγιο Ευαγγέλιο
και κρατώντας το ψηλά, προχωρεί στη μέση του ναού. Μπροστά, όπως γίνεται σε κάθε λιτανεία, πηγαίνει αναμμένη λαμπάδα, ο τίμιος Σταυρός και τα εξαπτέρυγα. Στη μέση
του ναού και στο ύψος του επισκοπικού θρόνου η λιτανεία σταματά. Σταματούν και οι ψάλτες την ψαλμωδία, και ο λειτουργός ιερέας, όπως πάντα όταν πρόκειται να διαβάσει
ευχή, λέει· «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν». Και πάντα οι ψάλτες απαντούν «Κύριε ἐλέησον». Ύστερα ο ιερέας διαβάζει την ευχή της εισόδου· «Δέσποτα Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ καταστήσας ἐν οὐρανοῖς τάγματα καί στρατιάς ἀγγέλων καί ἀρχαγγέλων εἰς λειτουργίαν τῆς σῆς δόξης, ποίησον σύν τῇ εἰσόδῳ ἡμῶν εἲσοδον ἁγίων ἀγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ἡμῖν καί συνδοξολογούντων τήν σήν ἀγαθότητα». Δέσποτα Κύριε
Θεέ μας, που έβαλες στους ουρανούς τάγματα και στρατιές αγγέλων και αρχαγγέλων για να υπηρετούν την δόξα σου, κάμε τώρα με την είσοδό μας να μπουν και άγιοι άγγελοι,
για να λειτουργούν μαζί μας και να δοξάζουν την καλωσύνη σου. Στο τέλος ακολουθεί η εκφώνηση· «Ὃτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα…». Είναι η πρώτη εκφώνηση που ακούσαμε στην
θεία Λειτουργία και την εξηγήσαμε. Ύστερα ο ιερέας ευλογεί την είσοδο, με την χαρακτηριστική χειρονομία της ιερατικής ευλογίας· «Εὐλογημένη ἡ εἲσοδος τῶν ἁγίων σου πάντοτε, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ό,τι γίνεται στην
Εκκλησία σφραγίζεται με το σημείο του σταυρού και κάθε ιερατική ευλογία παρέχεται με τον τύπο του σταυρού. Παντού στην ζωή των πιστών, αλλά πολύ περισσότερο μέσα στο ναό
την ώρα της θείας λατρείας, ξεχωρίζει ο τίμιος σταυρός· ο ιερέας κάθε πράξη την σφραγίζει με το σημείο του σταυρού και κάθε πιστός μέσα στην σύναξη, σε κάθε δοξολογία της
Αγίας Τριάδος, κάνει το σημείο του σταυρού. Με το σημείο του σταυρού «οἱ πιστοί τῶν ἀπίστων ἀποδιϊστάμεθα καί γνωριζόμεθα», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός· ο
σταυρός είναι το σημείο που σημαδεύει και ξεχωρίζει τους χριστιανούς. Ύστερα ο ιερέας υψώνει το άγιο Ευαγγέλιο και λέει με δυνατή φωνή» «Σοφία! Ὀρθοί!». Το «σοφία» λέγεται
για το Ευαγγέλιο· το Ευαγγέλιο, είναι ο Ιησούς Χριστός, η αληθινή σοφία, η «ἂνωθεν κατερχομένη». Και το «ὀρθοί» λέγεται για τους πιστούς,για να σηκωθούν ορθοί όχι μόνο να
δείξουν εξωτερική ευλάβεια, αλλά και να υψώσουν την διάνοια και την καρδιά τους και να προσέξουν τι γίνεται τώρα· ότι ο Ιησούς Χριστός μαζί με τους αγγέλους ήρθαν στην σύναξη
και μπαίνουν στο ιερό Βήμα,για να γίνει η θεία Λειτουργία. Τότε η σύναξη μ᾽ ένα στόμα ψάλλει πανηγυρικά το Εισοδικό· «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμεν Χριστῷ»· είναι ο ύμνος, με τον οποίο υποδέχεται και χαιρετίζει την είσοδο του Ευαγγελίου καί του επισκόπου. Πρέπει να εξηγήσουμε εδώ ότι αντιπροσωπευτικά είπαμε για το Εισοδικό μόνο της Κυριακής, γιατί Βέβαια τα Εισοδικά των Δεσποτικών εορτών είναι κάθε
φορά άλλα. Καθώς επίσης ότι μιλάμε για ένα μόνο λειτουργό ιερέα, ενώ η θεία Λειτουργία μπορεί να γίνεται από τον επίσκοπο με πολλούς ιερείς και με διάκονο. Πρέπει όμως
να ξέρουμε ότι και όταν γίνεται συλλείτουργο, ένας είναι που λειτουργεί, ο επίσκοπος ή ο πρώτος των ιερέων. Όταν λειτουργεί επίσκοπος, καθώς μπαίνει στο ιερό Βήμα
ευλογεί το λαό. Επάνω σ᾽ αυτό λέει ο άγιος Χρυσόστομος ότι «μπαίνοντας ο επίσκοπος δεν ανεβαίνει στο θρόνο, αν δεν ευλογήσει πρώτα το λαό». Ο θρόνος του επισκόπου δεν
ήταν τότε έξω στο ναό, αλλά μέσα στο Ιερό Βήμα, εκεί που είναι και τώρα το «σύνθρονον».
Πριν κλείσουμε την σημερινή ομιλία, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στην ευχή της εισόδου. Το αίτημα της ευχής είναι να έλθουν στην σύναξη της Εκκλησίας Άγγελοι συλλειτουργοί μαζί με τους ανθρώπους· «ποίησον σύν τῇ εἰσόδῳ ἡμῶν εἴσοδον ἁγίων ἀγγέλων γενέσθαι». Μαζί με
τον Βασιλέα Χριστό παρόντες στην θεία Λειτουργία, σαν τιμητική φρουρά, είναι άγγελοι και αρχάγγελοι. Σ᾽ έναν από τους περίφημους λόγους του «Περί Ἱερωσύνης» ο άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει· «Εγώ ήκουσα κάποιον να διηγείται ότι ένας αξιοσέβαστος γέροντας, που είχε το χάρισμα να δέχεται αποκαλύψεις, έλεγε ότι αξιώθηκε κάποτε
την ώρα της θείας Λειτουργίας να δει ξαφνικά πλήθος από αγγέλους ντυμένους με λαμπρές στολές, να περικυκλώνουν την αγία Τράπεζα και να βλέπουν προς τα κάτω, σαν που
θα ᾽βλεπε κανείς στρατιώτες να στέκουν μπροστά στον βασιλέα. Η ευχή του ιερέα και το αίτημα της σύναξης είναι πραγματικότητα. Και ο εισοδικός ύμνος είναι λόγος αληθινός·
«Δεῦτε προσκυνήσωμεν καί προσπέσωμενΧριστῷ…». Αμήν.
† Σ & Κ Δ