Μελίζεται καί διαμερίζεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καί μή διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καί μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλά τούς μετέχοντας ἁγιάζων.
Κομματιάζεται και διαμοιράζεται ο Αμνός του Θεού, εκείνος που κομματιάζεται και δεν διαιρείται, που πάντα δεν σώνεται, αλλά αγιάζει εκείνους που τον κοινωνούν.
Έχοντας στα χέρια του υψωµένο τον άγιο Άρτο κι αφού
είπε «Τά ἅγια τοῖς ἁγίοις», ο ιερέας αρχίζει τώρα να τον κοµµατιάζει. Τον κόβει πρώτα στα τέσσερα και λέει· «Μελίζεται καί διαµερίζεται…». Αυτό το κοµµάτιασµα γίνεται βέβαια για τον πρακτικό σκοπό, ότι πρέπει να κοινωνήσουν οι λειτουργοί ιερείς και ο λαός. Το ίδιο έκαµε ο Ιησούς Χριστός στο µυστικό δείπνο· «πήρε το ψωµί, το ευλόγησε, το έκοψε κι έδωκε στους µαθητές του». Όµως αυτό το κοµµάτιασµα τώρα στη θεία Λειτουργία έχει και µια βαθύτερη σηµασία· συµβολίζει τη µετάδοση και το µοίρασµα του Χριστού, χωρίς διαίρεση και κοµµάτιασµα της ενότητάς του στον καθέναν που κοινωνεί. Με βάση αυτή τη θεία πραγµατικότητα και αλήθεια θα µιλήσουµε σήµερα.
Ένας βυζαντινός ερµηνευτής της θείας Λειτουργίας γράφει εδώ τα εξής· «Μετά τήν ὕψωσιν, εὐθύς ὁ µερισµός τοῦ θείου ποιεῖται σώµατος. Ἀλλά κἄν µερίζεται, ἀµέριστος διαµένει καί ἄτµητος, ἐφ᾽ ἑνί ἑκάστῳ µέρει τῶν τεµνοµένων ὅλος γνωριζόµενός τε καί εὑρισκόµενος». Όλος ο Χριστός βρίσκεται σε κάθε µικρό κοµµατάκι, στο οποίο κόβεται ο άγιος Άρτος κι ο κάθε πιστός δεν κοινωνεί σώµα και αίµα Χριστού, ένα µέρος δηλαδή από το σώµα και το αίµα, αλλά το σώµα και το αίµα του Χριστού. Ο Χριστός είναι όλος σε όλα τα µέρη· όχι µια φορά, αλλά κάθε που γίνεται η θεία Λειτουργία και κοινωνούν οι πιστοί. Είναι «ὁ µελιζόµενος καί µή διαιρούµενος», αλλά και «ὁ πάντοτε ἐσθιόµενος καί µηδέποτε δαπανώµενος». Η προσφορά και η θυσία του Ιησού Χριστού, καθώς ερµηνεύει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστοµος, είναι «ἀνάλωτος», δηλαδή δεν ξοδεύεται και δεν σώνεται ποτέ.
Το άχραντο σώµα του Ιησού Χριστού, εκείνο που έλαβε από την παρθένο Μαρία, είναι άφθαρτο και αδαπάνητο. Κοµµατιάζεται και τρώγεται ο άρτος, αλλά ο Ιησούς Χριστός µένει ολόκληρος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, για να παραστήσουν αυτό και αισθητά, χρησιµοποιούν το παράδειγµα του καθρέφτη· σε χίλια κοµµάτια να σπάσει ένας καθρέφτης, σε κάθε κοµµάτι βλέπεις ολόκληρο το πρόσωπό σου. Επειδή όµως πάντα κάνουµε λόγο για το σώµα και το αίµα του Ιησού Χριστού, δεν θα πρέπει να παραλείψουµε να πούµε πώς κι εδώ δεν πρόκειται για δύο χωριστά, αλλά για ένα. Να πώς το λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαµασκηνός· «Ὁ τῆς προθέσεως ἄρτος οἶνος τε καί ὕδωρ, διά τῆς ἐπικλήσεως καί ἐπιφοιτήσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, ὑπερφυῶς µεταποιοῦνται εἰς τό σῶµα τοῦ Χριστοῦ καί τό αἷµα, καί οὐκ εἰσί δύο, ἀλλ᾽ ἕν καί τό αὐτό». Ο άρτος λοιπόν και ο οίνος µαζί µε το νερό, ύστερα από την επίκληση και τον καθαγιασµό, είναι το σώµα και αίµα του Χριστού, που και µετά τον τεµαχισµό και το µοίρασµα, είναι ο ένας Χριστός· ο αδιαίρετος και αδαπάνητος Χριστός.
Και όχι µόνο αυτό, αλλά και «τούς µετέχοντας ἁγιάζων», αγιάζει εκείνους που τον κοινωνούν και τον παίρνουν µέσα τους. Εδώ τώρα πρέπει να πούµε για τα αποτελέσµατα, που έχει η θεία Κοινωνία σ᾽ εκείνους που άξια κοινωνούν. Και δεν είναι εύκολο, γιατί το ζήτηµα δρν πιάνεται µε το µυαλό και δεν εκφράζεται µε τη γλώσσα, αλλά είναι ζήτηµα πίστεως και εµπιστοσύνης σ᾽ εκείνο που λέει ο Θεός· «Ὁ τρώγων µου τήν σάρκα καί πίνων µου τό αἷµα ἐν ἐµοί µένει κἀγώ ἐν αὐτῷ» βεβαιώνει ο Ιησούς Χριστός, κι είναι για µας αρκετό. Ας ακούσουµε όµως σ᾽ αυτό το σηµείο και την κατήχηση του αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύµων. «Ἐν τύπῳ ἄρτου δίδοταί σοι τό σῶµα καί ἐν τύπῳ οἴνου δίδοταί σοι τό αἷµα, ἵνα γένῃ µεταλαβών σώµατος καί αἵµατος Χριστοῦ, σύσσωµος καί σύναιµος αὐτοῦ». Κι ας κλείσουµε το λόγο µε τη µαρτυρία του αποστόλου Πέτρου, ότι η θεία Κοινωνία είναι το τίµιο και µέγιστο δώρηµα του Θεού, µε το οποίο γινόµαστε «θείας κοινωνοί φύσεως».
Μέσα στο ιερό Βήµα ο λειτουργός ιερέας κοµµατιάζει λοιπόν τον άγιο Άρτο στα τέσσερα· ρίχνει έπειτα στο άγιο Ποτήριο το κοµµάτι που γράφει επάνω το όνοµα «Ἰησοῦς» και λέει αυτά τα λόγια· «Πλήρωµα ποτηριοῦ πίστεως Πνεύµατος Ἁγίου». Ο Καβάσιλας ερµηνεύει ότι τα λόγια αυτά σηµαίνουν το αποτέλεσµα και την ολοκλήρωση του έργου του Ιησού Χριστού, που είναι η «τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος εἰς τήν Ἐκκλησίαν ἐπιδηµία». Ύστερα ο ιερέας ευλογεί το «ζέον», δηλαδή το ζεστό νερό και λέει· «Εὐλογηµένη ἡ ζέσις τῶν ἁγίων σου», δηλαδή η ζεστή πίστη των αγίων του Θεού. Ρίχνει έπειτα στο άγιο Ποτήριο και λέει αυτά τα λόγια· «Ζέσις πίστεως, πλήρης Πνεύµατος Ἁγίου». Αξίζει να παραθέσουµε εδώ τα λόγια του Θεοδώρου επισκόπου Ανδίδων. Όλο αυτό γίνεται, «ἵν᾽ ὥσπερ ὡς ἐκ τῆς ζωῆς προῆλθον τῆς θείας πλευρᾶς, ἀµφότερα θερµότητος πεπληρωµένα, οὕτω δή τό ὕδωρ θερµότατον ἐν τῷ καιρῷ τῆς µεταλήψεως ἐπεµβαλλόµενον, τέλειον τόν τύπον ἀναπληροῖ τῶν µεταλαµβανόντων τῇ θηλῇ τοῦ ποτηρίου, ὡς αὐτῇ τῇ ζωοπαρόχῳ πλευρᾷ ψαυόντων». Το αίµα και το νερό, που έτρεξαν από την πλευρά του σταυρωµένου Ιησού Χριστού ήσαν ζεστά, δηλαδή ζωντανά και όχι νεκρά, κι αυτή την αίσθηση πρέπει να έχουν οι πιστοί, όταν κοινωνούν τα άγια Μυστήρια· είναι σαν και να ψαύουν µε τα χείλη τους τη ζωοπάροχη πλευρά του Κυρίου.
Την ώρα αυτή, που γίνονται αυτά στο ιερό Βήµα και στη συνέχεια, ώσπου να κοινωνήσουν οι λειτουργοί, έξω ο χορός ψάλλει το Κοινωνικό. Αυτόν τον ύµνο συνηθίσαµε να τον ακούµε, σαν µια µακρόσυρτη µελωδία, στην οποία σπάνια ξεχωρίζουµε κάποια λόγια και µπορούµε να συλλάβουµε µουσικό νόηµα. Δεν θέλοµε να επαναλάβουµε όσα είπαµε για το Χερουβικό και το «Ἄξιόν ἐστιν…». Το Κοινωνικό σήµερα είν᾽ ένας στίχος από έναν ψαλµό· την Κυριακή το «Αἰνεῖτε τόν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν» από τον εκατοσαρανταοκτώ ψαλµό, και τις άλλες ηµέρες και εορτές άλλοι στίχοι από άλλους ψαλµούς. Δεν ήταν όµως έτσι στην αρχαία εποχή· τότε ο αναγνώστης διάβαζε τον ψαλµό κι ο χορός σε κάθε στίχο επανελάµβανε ψάλλοντας, σαν επωδό ή εφύµνιο, τον ένα στίχο που ακούµε σήµερα. Κι η ψαλµωδία αυτή κρατούσε όχι µόνο ώσπου να κοινωνήσουν οι ιερείς, αλλά και όλοι οι πιστοί. Αλλ᾽ αυτό είναι ένα τεχνικό ζήτηµα της ψαλµωδίας, για το οποίο εδώ δεν µπορούµε να πούµε περισσότερα παρά τούτο µόνο, ότι χρόνια τώρα κάνοµε µια προσπάθεια µήπως και µπορέσουµε σε τούτο το σηµείο να επαναφέρουµε τα πράγµατα στην αρχαία τάξη.
Στην περιγραφή της θείας Λειτουργίας, όπως αυτή γινότανε στην πολύ αρχαία εποχή, βλέποµε τη σειρά µε την οποία µετελάµβαναν οι πιστοί· πρώτα ο επίσκοπος κι απ᾽ αυτόν υστέρα οι λοιποί κληρικοί, «εἶτα τά παιδία· καί τότε πᾶς ὁ λαός κατά τάξιν µετά αἰδοῦς καί εὐλαβείας». Τώρα, όταν κοινωνήσουν οι ιερείς µέσα στο άγιο Βήµα, ο λειτουργός παίρνει το άγιο Ποτήριο, παρουσιάζεται στην ωραία πύλη και καλεί τους πιστούς· «Μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης προσέλθετε», πλησιάστε κι ελάτε µε φόβο Θεού, µε πίστη και µε αγάπη. Στην αρχαία εποχή κοινωνούσαν όλοι όπως τώρα οι ιερείς· ο κάθε πιστός, «τήν ἀριστεράν θρόνον ποιήσας τῇ δεξιᾷ» έπαιρνε την αγία µερίδα κι ύστερα έπινε από το άγιο Ποτήριο. Τώρα, για διάφορους πρακτικούς λόγους, ο ιερέας κοινωνεί τους πιστούς µε τη λαβίδα. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστοµος κηρύττει πώς την ώρα που ανοίγουν τα βηµόθυρα κι ο λειτουργός µε το άγιο Ποτήριο λέει το «Μετά φόβου…», πρέπει να βλέπουµε πώς ανοίγει ο ουρανός· «Ὅταν ἴδῃς ἀνελκόµενα τά ἀµφίθυρα, τότε νόµισον διαστέλλεσθαι τόν οὐρανόν ἄνωθεν».
Ο καθένας το καταλαβαίνει ότι µόλις που προφταίνοµε να περιγράψουµε όσα τώρα στο τέλος γίνονται στη θεία Λειτουργία. Ο λόγος είναι ότι µας µένουν πια δύο µόνο οµιλίες, στις οποίες πρέπει να κλείσουµε τη σειρά αυτής της χρονιάς. Σήµερα µπορέσαµε περιγραφικά µόνο να µιλήσουµε για τη θεία Κοινωνία. Εκείνο, στο οποίο πρέπει να προσέξουµε τώρα στο τέλος είναι τα λόγια που επαναλαµβάνει ο ιερέας, όταν µεταδίδει στον κάθε πιστό το σώµα και το αίµα του Κυρίου· «Μεταδίδοταί σοι τό σῶµα καί τό αἷµα τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἰς ἄφεσιν ἁµαρτιῶν καί ζωήν αἰώνιον. Ἀµήν». Με αδιάκριτη πίστη, µε φόβο προς το Θεό και µε αγάπη προς αλλήλους, πλησιάζοµε σ᾽ αυτή τη θεία πραγµατικότητα, και κάθε φορά µας δίνεται, για τροφή της ψυχής µας και για φάρµακο αθανασίας, «ὁ Ἀµνός τοῦ Θεοῦ… ὁ πάντοτε ἐσθιόµενος καί µηδέποτε δαπανώµενος, ἀλλά τούς µετέχοντας ἁγιάζων». Αµήν.
† Σ & Κ Δ