Ὑπέρ τοῦ ἁγίου οἴκου τούτου καί τῶν µετά πίστεως,
εὐλαβείας καί φόβου Θεοῦ εἰσιόντων ἐν αὐτῷ,
τοῦ Κυρίου δεηθῶµεν.
.
Γι᾽ αυτόν εδώ τον άγιο ναό και για κείνους που εισέρχονται
σ᾽ αυτόν µε πίστη, µε ευλάβεια και µε φόβο Θεού,
ας παρακαλέσουµε τον Κύριο.
Ο ναός της ενορίας είναι το πνευµατικό µας κέντρο. Η φράση «πνευµατικό κέντρο» λέγεται εδώ µε πραγµατική σηµασία. Πνευµατικά κέντρα ακούµε πολλά, αλλά εµείς ένα πνεύµα ξέρουµε, το Άγιο Πνεύµα. Εδώ ίσως έχουν θέση τα λόγια του ευαγγελιστή Ιωάννη· «Ἀγαπητοί, µή παντί πνεύµατι πιστεύετε, ἀλλά δοκιµάζετε τά πνεύµατα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστιν…»· να µην πιστεύετε σε κάθε πνεύµα, αλλά να εξετάζετε τα πνεύµατα αν είναι από τον Θεό. Όσο περισσότερο οι άνθρωποι χρησιµοποιούν τις λέξεις πνεύµα και πνευµατικός, τόσο λιγότερο έχουν σχέση µ᾽ αυτά τα πράγµατα· οι πραγµατικά πνευµατικοί άνθρωποι δεν µιλάνε για την πνευµατικότητά τους. Και οι τόποι, που µε διάφορους τρόπους λέγονται «πνευµατικά κέντρα», δεν είναι πάντα τέτοια. Ένα είναι στ’ αλήθεια το πνευµατικό κέντρο για τους χριστιανούς, ο ναός της ενορίας, αλλά και κάθε ναός, όπου γίνεται η θεία Λειτουργία.
Τί είναι γενικά ο ναός ή η Εκκλησία; Γιατί ο ναός λέγεται και εκκλησία. Ο ορθόδοξος λαός στην συνείδηση του βλέπει την ίδια την Εκκλησία στο κτίσµα και το σχήµα του ναού. Ο ιερός και καθαγιασµένος χώρος, µέσα στον οποίο συνάζεται ο λαός και γίνεται η θεία Λειτουργία, λέγεται και είναι η Εκκλησία. Γι᾽ αυτό και στις εικόνες των αγίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου βλέποµε οι δυο Απόστολοι να κρατάνε ένα ναό· είναι η Εκκλησία, που ίδρυσαν και οργάνωσαν στους διάφορους τόπους. Η Εκκλησία, που καθώς το είπαµε, δεν είναι εύκολο να την ορίσουµε και να πούµε τι είναι, η Εκκλησία λοιπόν εικονίζεται στα µάτια µας και εκφράζεται µε το σχήµα του ναού. Και είναι αυτός ο εικονισµός πολύ επιτυχηµένος και άγιος, γιατί η θεία Λειτουργία, που είναι η Εκκλησία, αγιάζει και µεταµορφώνει τον υλικό χώρο, µέσα στον οποίο τελείται.
Ο χώρος, όπου µέσα σ᾽ αυτόν τελείται το θείο Μυστήριο, είναι ο ίδιος εκείνος που έγινε ο µυστικός δείπνος στο υπερώο της Σιών. Τότε που ο Ιησούς Χριστός σύστησε και παρέδωσε το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, όλη η Εκκλησία ήταν εκεί· ο Χριστός και οι δώδεκα µαθητές ήταν η Εκκλησία· και ο τόπος, µαζί µε τα πρόσωπα και τα τελούµενα, ήταν η Εκκλησία. Ο άγιος Μάξιµος ο Οµολογητής λέει ότι η Εκκλησία κι ο ναός είναι σαν η ψυχή του ανθρώπου και το σώµα του. Την ψυχή δεν την βλέπουµε, το σώµα βλέποµε και λέµε· «Να ο άνθρωπος». Το ίδιο, βλέπουµε το ναό και λέµε· «Να η Εκκλησία». Η Εκκλησία, που είναι µια θεία και πνευµατική πραγµατικότητα, έρχεται σε επικοινωνία µε τον υλικό κόσµο και εκφράζεται µέσον του ιερού ναού και µε ό,τι τελείται µέσα σ᾽ αυτόν «διά τοῦ ναοῦ τό κόσµιον ἔχουσα», λέει ο άγιος Μάξιµος.
Έπειτα ο ορθόδοξος ναός, όπως είναι στο σχέδιό του χτισµένος και διακοσµηµένος, δείχνει τον ουρανό µαζί και την γη. Το ιερό Βήµα είναι η εικόνα του ουρανού. Η αγία Τράπεζα είναι ο τύπος του υπερουράνιου θυσιαστηρίου, όπου αδιάλειπτα ιερουργεί ο Μέγας Αρχιερέας Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Το εικονοστάσιο, µε τις εικόνες του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων και µε τις τρεις πύλες δείχνει µπροστά στα µάτια των πιστών και θυµίζει έναν τρόπο αέναης επικοινωνίας της γης µε τον ουρανό. Η µεσαία πύλη είναι η θέση στην οποία εµφανίζεται, ευλογεί και κηρύττει το Ευαγγέλιο ο λειτουργός ιερέας, µια µορφή ανάµεσα στον ουρανό και την γη στην σειρά των Αγίων του εικονοστασίου. Τελευταία ψηλά στο θόλο η µορφή του Παντοκράτορα Χριστού· ο ήλιος της δικαιοσύνης, που βλέπει κάτω προς την γη και την φωτίζει, µεταδίδοντας σ᾽ όλη την κτίση το πνευµατικό φως της λειτουργικής σύναξης. Ο ορθόδοξος ναός είναι µια αληθινή θεοφάνεια. Μέσα στο ναό είναι η Εκκλησία, µέσα στην Εκκλησία η θεία Λειτουργία, µέσα στη θεία Λειτουργία ο Θεός.
Στο τέταρτο αίτηµα της Μεγάλης Συναπτής ο διάκονος δέεται για τον άγιο ναό, µέσα στον οποίο τελείται η θεία Λειτουργία, και για κείνους, που µε πίστη, µε ευλάβεια και µε φόβο Θεού µπαίνουν σ᾽ αυτόν. Τι είναι ο ναός το είπαµε, και πώς πρέπει οι χριστιανοί να µπαίνουν στον ιερό χώρο και να στέκονται την ώρα της θείας Λειτουργίας το λέει η δέηση του διακόνου· «µετά πίστεως, εὐλαβείας καί φόβου Θεοῦ». Στη διάρκεια της θείας Λειτουργίας ως το τέλος πολλές φορές θα ακούσουµε το διάκονο να προτρέπει τους πιστούς για την στάση τους και για την ψυχική τους διάθεση, µε την οποία πρέπει να συµµετέχουν στην ιεροτελεστία. Δεν θα πρέπει βέβαια να είµαστε πολύ ευχαριστηµένοι µε ό,τι συνήθως γίνεται, που ή καθυστερούµε να πάµε το πρωί στην Εκκλησία ή βιαζόµαστε να φύγουµε πριν από την απόλυση ή δεν δείχνουµε πολλή ευλάβεια και φόβο Θεού, όταν τελείται η θεία Λειτουργία.
Λυπούµαστε που δεν έχουµε τον τρόπο να µιλήσουµε περισσότερο για όλα αυτά, καθώς και γιατί δεν µπορούµε να ακούσουµε τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστοµο πώς συχνά πυκνά στις οµιλίες του διδάσκει για τον ιερό ναό και για το πώς οι χριστιανοί πρέπει να είναι µέσα στην Εκκλησία. Θα περιοριστούµε µόνο σε ό,τι γράφει ο άγιος Μάξιµος ο Οµολογητής για την µεγάλη πνευµατική ωφέλεια, που έχει κάθε χριστιανός να µη λείπει από την Εκκλησία, όταν γίνεται σύναξη και τελείται η θεία Λειτουργία. Ο εκκλησιασµός είναι όχι µόνο χρέος, αλλά και δικαίωµα και προνόµιο για κάθε πιστό, να είναι δηλαδή παρών στην σύναξη της Εκκλησίας, αφού κι αυτός είναι ζωντανό µέλος του σώµατος του Χριστού. Στην αρχαία εποχή µόνο όσοι είχαν βαριά επιτίµια δεν µπορούσαν να είναι στην θεία Λειτουργία. Για τους άλλους, που χωρίς λόγο απουσιάζουν, υπάρχουν κανόνες που τους τιµωρούν πνευµατικά, και µόνο για κείνους που δικαιολογηµένα θα λείψουν δέεται η Εκκλησία· «ὑπέρ τῶν δι᾽ εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντων».
Να λοιπόν τι γράφει ο άγιος Μάξιµος ο Οµολογητής· «Πρέπει να συχνάζουµε στην αγία Εκκλησία του Θεού και να µην απολείπουµε από την αγία σύναξη, που γίνεται σ᾽ αυτήν. Πρώτα, γιατί στην Εκκλησία βρίσκονται άγιοι Άγγελοι, που κάθε φορά καταγράφουν εκείνους που µπαίνουν, και τους παρουσιάζουν στο Θεό και δέονται γι᾽ αυτούς. Κι έπειτα, γιατί πάντα χωρίς να φαίνεται είναι παρούσα εκεί η χάρη του Αγίου Πνεύµατος, και µάλιστα την ώρα της αγίας σύναξης, όπου τον καθέναν από τους παρόντες, ανάλογα µε την δεκτικότητά του, τον αλλάζει και τον ξαναφτιάχνει και πραγµατικά τον ξαναγεννά πνευµατικά και τον οδηγεί προς τα εκεί που φανερώνουν τα τελούµενα µυστήρια». Η µεταβολή που γίνεται στον καθένα, όταν ζωντανά µετέχει στην εκκλησιαστική σύναξη, φαίνεται όταν βγαίνει από την Εκκλησία. Έτσι, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστοµος, πρέπει να βγαίνουµε από την Εκκλησία, που να φαινόµαστε πως κατεβήκαµε από τον ουρανό. «Οὕτω γάρ ἡµᾶς ἐντεῦθεν ἐξιέναι δεῖ… ὥσπερ ἐξ αὐτῶν καταβάντας τῶν οὐρανῶν». Από την Εκκλησία, αν τύχει και µπούµε λυπηµένοι, βγαίνουµε χαρούµενοι· αν µπούµε αγριεµένοι, βγαίνοµε ήµεροι· αν µπούµε λύκοι, βγαίνουµε πρόβατα. ‘Ύστερα από την θεία Λειτουργία γυρίζουµε στα σπίτια µας, φέρνοντας µαζί µας την ευλογία και την χαρά του Θεού.
Η σηµασία που έχει ο ναός στην θρησκευτική ζωή των ανθρώπων φαίνεται παντού σε όλους τους λαούς, όχι µόνο τους χριστιανικούς, αλλά και τους ειδωλολάτρες· «ἀνιέρου πόλεως καί ἀθέου… οὐδείς ἐστιν οὐδ᾽ ἔσται γεγονώς θεατής», γράφει ο αρχαίος Πλούταρχος· κανένας δεν είδε ούτε που θα δει πόλη χωρίς ναούς και χωρίς πίστη. Τί σηµασία που έχει να χτίζεται ένας ναός την βλέποµε σε µια επιστολή του Μεγάλου Βασιλείου σε κάποιον επίσκοπο της αρχιεπισκοπής του· «Μας υπερευχαρίστησε», του γράφει, «η φροντίδα σου, που ταιριάζει σε κάθε χριστιανό, να χτίσετε Εκκλησία, για να δοξάζεται το όνοµα του Χριστού. Καθώς είναι γραµµένο, αγαπήσατε τω όντι την ευπρέπεια του οίκου του Κυρίου και ετοιµάσατε για σας κατοικία στον ουρανό, εκείνην που περιµένει όσους αγαπούν το όνοµα του Χριστού». Την ανέγερση ναών και την φροντίδα για τους ναούς η Εκκλησία την εκτιµά πολύ, γι᾽ αυτό και σε κάθε σύναξη δέεται· «Ὑπέρ τῶν µακαρίων καί ἀοιδίµων κτιτόρων» του ναού, και σε κάθε θεία Λειτουργία στην αρχή ο διάκονος δέεται «Ὑπέρ τοῦ ἁγίου ναοῦ τούτου…» και στο τέλος ο ιερέας παρακαλεί· «ἁγίασον τούς ἀγαπῶντας την εὐπρέπειαν τοῦ οἴκου σου». Αµήν.
† Σ & Κ Δ