Διδαχή – ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ
(Α΄ ΚΟΡ. 6, 12-20)
Η αποστολική περικοπή, αυτής της Κυριακής
προέρχεται από την Α΄ προς Κορινθίους επιστολή 6, 12-20 που είναι η εξής:
«Ἀδελφοί, πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει· πάντα μοι ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος. Τὰ βρώματα τῇ κοιλίᾳ καὶ ἡ κοιλία τοῖς βρώμασιν· ὁ δὲ Θεὸς καὶ ταύτην καὶ ταῦτα καταργήσει. τὸ δὲ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ, καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι· ὁ δὲ Θεὸς καὶ τὸν Κύριον ἤγειρε καὶ ἡμᾶς ἐξεγερεῖ διὰ τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. Οὐκ οἴδατε ὅτι τὰ σώματα ὑμῶν μέλη Χριστοῦ ἐστιν; Ἄρας οὖν τὰ μέλη τοῦ Χριστοῦ ποιήσω πόρνης μέλη; Μὴ γένοιτο. Ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι ὁ κολλώμενος τῇ πόρνῃ ἓν σῶμά ἐστιν; Ἔσονται γάρ, φησίν, οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν· ὁ δὲ κολλώμενος τῷ Κυρίῳ ἓν πνεῦμά ἐστι. Φεύγετε τὴν πορνείαν. πᾶν ἁμάρτημα ὃ ἐὰν ποιήσῃ ἄνθρωπος ἐκτὸς τοῦ σώματός ἐστιν, ὁ δὲ πορνεύων εἰς τὸ ἴδιον σῶμα ἁμαρτάνει. Ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; Ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς· δοξάσατε δὴ τὸν
Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ (Α΄ Κορ. 6, 12-20)».
Και σε μετάφραση:
«Αδελφοί, μερικοί μεταξύ σας λένε: Ολα μού επιτρέπονται. Σωστά· όλα όμως δεν είναι προς το συμφέρον μου. Ολα μού επιτρέπονται, εγώ όμως δε θα αφήσω τίποτε να με κυριέψει. Λένε επίσης: Οι τροφές προορίζονται για την κοιλιά και η κοιλιά είναι καμωμένη για τις τροφές· ο Θεός όμως θα τα αχρηστέψει και το ένα και το άλλο. Το σώμα δεν έγινε για να πορνεύουμε, αλλά για να δοξάζουμε τον Κύριο, και ο Κύριος θα δοξάσει το σώμα. Και ο Θεός που ανέστησε τον Κύριο, με τη δύναμή του θα αναστήσει κι εμάς. Δεν ξέρετε ότι τα σώματά σας είναι μέλη του σώματος του Χριστού; Μπορώ, λοιπόν, να πάρω κάτι που είναι μέλος του σώματος του Χριστού και να το κάνω μέλος του σώματος μιας πόρνης; Ποτέ τέτοιο πράγμα! ΄Η μήπως δεν ξέρετε ότι αυτός που ενώνεται με μια πόρνη γίνεται ένα σώμα μαζί της; Γιατί, καθώς λέει η Γραφή, οι δύο θα γίνουν ένα σώμα. Όποιος όμως ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα μαζί του. Μακριά λοιπόν από την πορνεία! Κάθε άλλο αμάρτημα που μπορεί να διαπράξει κανείς βρίσκεται έξω από το σώμα του· αυτός όμως που πορνεύει βεβηλώνει το ίδιο του το σώμα. ΄Η μήπως δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που σας το χάρισε ο Θεός και βρίσκεται μέσα σας; Δεν ανήκετε στον εαυτό σας· σας αγόρασε ο Θεός πληρώνοντας το τίμημα. Τον Θεό λοιπόν να δοξάζετε με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, που ανήκουν σ’ εκείνον» (Α΄ Κορ. 6, 12-20).
Κεντρική έννοια στην περικοπή είναι το σώμα υπό το πρίσμα της ελευθερίας και ευθύνης. Πρόκειται για βασική έννοια στην ανθρωπολογία και την εκκλησιολογία του Αποστόλου Παύλου. Το σώμα χαρακτηρίζει την ανθρώπινη ύπαρξη στο σύνολό της. Διαρχικές απόψεις, που διακρίνουν το σωματικό-υλικό στοιχείο που πρόκειται να καταστραφεί με τον θάνατο και το ψυχικό-άυλο που είναι αθάνατο, προέρχονται από την Πλατωνική φιλοσοφία, δεν παρατηρούνται όμως στις επιστολές του Παύλου, εφόσον ο άνθρωπος για τον Απόστολο είναι ενιαίος.
Το σώμα ιδιαίτερα είναι βασικό στοιχείο της Παύλειας ανθρωπολογίας, και δεν νοείται ύπαρξη του ανθρώπου είτε τωρινή είτε μελλοντική χωρίς σώμα. Είναι φυσικό λοιπόν η τοποθέτηση έναντι του σώματος, τόσο του Παύλου όσο και της χριστιανικής θεολογίας γενικότερα, να είναι θετική.
Τον βασικό αυτό ανθρωπολογικό όρο-κανόνα χρησιμοποιεί ο Παύλος και στην εκκλησιολογία του. Η Εκκλησία, γράφει, αποτελεί Σώμα Χριστού. Πράγματι ο όρος αυτός προσφέρεται για να εκφράσει τη συλλογικότητα και την ενότητα των μελών της Εκκλησίας, η οποία ως σώμα έχει στενή και οργανική σχέση με την κεφαλή του σώματος που είναι ο Χριστός καθώς και με τα υπόλοιπα μέλη του σώματος που είναι οι πιστοί. Επιπλέον, η θετική αξιολόγηση του σώματος σε ανθρωπολογικό επίπεδο τονίζεται ακόμη περισσότερο με τη διδασκαλία του Αποστόλου Παύλου ότι αυτό αποτελεί ναό του Αγίου Πνεύματος, «Ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν;», δηλαδή «Η μήπως δεν ξέρετε ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος που σας το χάρισε ο Θεός και βρίσκεται μέσα σας;».
Δεδομένης λοιπόν της μεγάλης αξίας και θετικής εκτιμήσεως του σώματος από τη χριστιανική σκέψη, συνάγονται από το αποστολικό ανάγνωσμα οι ακόλουθες πρακτικές συνέπειες:
1. Ο άνθρωπος είναι υπεύθυνος για το σώμα του. Οι Κορίνθιοι επικαλούνται την εν Χριστώ ελευθερία για να δικαιολογήσουν κάποιες επιλογές τους. Βέβαια ο Παύλος τονίζει ιδιαίτερα στις επιστολές του την ελευθερία του χριστιανού ως δώρο του Χριστού, στην περικοπή μας ωστόσο θέτει ένα όριο στην ελευθερία: κι αυτό είναι η ευθύνη του ανθρώπου που πρέπει να την συνοδεύει. Στο «πάντα μοι ἔξεστιν» δηλαδή «όλα μού επιτρέπονται» που διατείνονται οι Κορίνθιοι και ενδεχομένως κι άλλοι χριστιανοί, ο Παύλος απαντά με το «οὐ πάντα συμφέρει» δηλαδή «όλα όμως δεν είναι προς το συμφέρον» και με το «οὐκ ἐγὼ ἐξουσιασθήσομαι ὑπό τινος» δηλαδή «εγώ όμως δεν θα αφήσω τίποτε να με κυριέψει». Η απάντηση αυτή του Παύλου δείχνει την ευθύνη του ανθρώπου. Η ελευθερία δεν συνεπάγεται με κανένα τρόπο ασυδοσία αλλά ευθύνη.
2. Οι σεξουαλικές παραβάσεις και υπερβάσεις προσβάλλουν το σώμα του ανθρώπου και ως εκ τούτου προσβάλλουν τον Θεό δημιουργό του σώματος. Ο Παύλος ζητάει από τους χριστιανούς αναγνώστες της επιστολής να δοξάζουν τον Θεό με όλο το είναι τους. Πιο συγκεκριμένα αναφέρει «δοξάσατε δὴ τὸν Θεὸν ἐν τῷ σώματι ὑμῶν καὶ ἐν τῷ πνεύματι ὑμῶν, ἅτινά ἐστι τοῦ Θεοῦ» δηλαδή «λοιπόν να δοξάζετε με το σώμα σας και με το πνεύμα σας, που ανήκουν σ’ εκείνον».
3. Η ιερότητα του σώματος οφείλεται όχι μόνο στο ότι δημιουργήθηκε από τον Θεό αλλά και στο ότι αποτελεί ναό του Αγίου Πνεύματος. Αυτό το χαρακτηριστικό συνδέει ανθρωπολογία και εκκλησιολογία του Παύλου: Το ίδιο το Άγιο Πνεύμα που «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της εκκλησίας», κατά τον ύμνο της Πεντηκοστής, κατοικεί μέσα στον άνθρωπο.
4. Η σημασία, τέλος, του σώματος υπογραμμίζεται από το γεγονός ότι τόσο ο Παύλος όσο και η Εκκλησία δεν νοούν μελλοντική μεταθανάτιο ύπαρξη του ανθρώπου χωρίς σώμα, το χαρακτηρίζουν όμως στην περίπτωση αυτή «σώμα πνευματικόν». Όταν το σύμβολο πίστης της Εκκλησίας τελειώνει με τη φράση «Προσδοκώ ἀνάστασιν νεκρών», δεν εννοεί ανάσταση ενός μόνο μέρους του ανθρώπου (π.χ. της ψυχής) αλλά συνόλου του ανθρώπου, δηλαδή πνεύματος, ψυχής και σώματος.
Τέλος, διάφορες τάσεις υποτιμήσεως του σώματος εκ μέρους ορισμένων χριστιανών δεν στηρίζονται στην Αγία Γραφή και στη θεολογία της Εκκλησίας αλλά οφείλονται σε επίδραση διαρχικών φιλοσοφικών απόψεων, ξένων προς τη χριστιανική ανθρωπολογία. Κι ακόμη κάτι σημαντικό: Η άσκηση του σώματος στον Μοναχισμό δεν γίνεται για να καταστραφεί το σώμα αλλά για να απαλλαγεί από τα πάθη και να γίνει αντάξιο του Δημιουργού Του.
Ι. Κ.